Τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου των ηγετών, μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Βορρά-Νότου στη Φινλανδική Λαπωνία

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, οι ομόλογοί του της Φινλανδίας Petteri Orpo, της Ιταλίας Giorgia Meloni και της Σουηδίας Ulf Kristersson και η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Άμυνα, Kaja Kallas, παραχώρησαν συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου Βορρά-Νότου στη Φινλανδική Λαπωνία.

Ακολουθούν η εισαγωγική τοποθέτηση του Πρωθυπουργού και οι απαντήσεις του σε ερωτήματα δημοσιογράφων (ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά):

Σε ευχαριστούμε πολύ, Petteri, που μας συγκέντρωσες όλους εδώ στη Λαπωνία και για την ευκαιρία να «συναντήσουμε» τον Άγιο Βασίλη από κοντά. Πιστεύω ότι πρόκειται για μία πολύ σημαντική πρωτοβουλία που φέρνει στο ίδιο τραπέζι δύο χώρες του Νότου, δύο χώρες του Βορρά και την Ύπατη Εκπρόσωπο, για την καλύτερη κατανόηση των προκλήσεων ασφαλείας που αντιμετωπίζει ο καθένας μας στη δική του περιοχή.

Ήταν πολύ διαφωτιστικό για εμάς να κατανοήσουμε τα ιδιαίτερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Φινλανδία όσον αφορά στη διαχείριση των συνόρων της, μήκους 1.300 χιλιομέτρων, με τη Ρωσία. Αλλά ήταν επίσης ευκαιρία για εμάς, εμένα και τη Giorgia, να παρουσιάσουμε τις συγκεκριμένες προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας και της μετανάστευσης που αντιμετωπίζουμε στην ανατολική και στην κεντρική Μεσόγειο.

Πιστεύω ότι υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία που προκύπτουν από αυτή τη συζήτηση. Το πρώτο είναι ότι η προστασία των συνόρων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μεταναστευτικής μας στρατηγικής και κοινή προτεραιότητα, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για χερσαία ή θαλάσσια σύνορα, ανεξάρτητα από το αν βρίσκεστε στο βορρά ή στο νότο. Και η καλύτερη διαχείριση αυτής της πρόκλησης θα πρέπει να αποτελεί κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια.

Πρόκειται, βεβαίως, για θέμα που έχουμε συζητήσει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και θα ήθελα να επαναλάβω εδώ από τη Λαπωνία την ανάγκη παροχής πρόσθετης χρηματοδότησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όχι μόνο για τη διαχείριση των συνόρων αλλά και για τις κατασκευές που καθιστούν αποτελεσματικότερη τη διαχείριση των συνόρων μας.

Στο θέμα της ασφάλειας, θεωρώ ότι ο Petteri έχει δίκιο. Κατά κοινή παραδοχή χρειάζεται να κάνουμε περισσότερα και να κινηθούμε πιο έξυπνα στο πώς κατανέμουμε τα κονδύλια για την άμυνα, σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προσωπικά έχω ταχθεί υπέρ της μεγαλύτερης ευελιξίας, στο πλαίσιο των νέων δημοσιονομικών κανόνων, όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τις αμυντικές δαπάνες. Πιστεύω ότι αυτό θα αποτελέσει σημαντικό κίνητρο για όλους μας να δαπανήσουμε περισσότερα για την άμυνα.

Αλλά, φυσικά, όπως είπε ο Petteri, πρέπει να εξετάσουμε όλα τα μέσα για το πώς θα προωθήσουμε συλλογικά την ευρωπαϊκή άμυνα. Αυτό είναι ένα θέμα που θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Θα έχουμε μία έκτακτη σύνοδο τον Φεβρουάριο, όπου θα μιλήσουμε ανοιχτά για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε και για την ανάγκη να σκεφτούμε πέραν των τυπικών παραμέτρων σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας και σε μια εποχή που πρέπει ακόμη να πείσουμε τον διατλαντικό μας εταίρο ότι παίρνουμε στα σοβαρά τη δική μας ασφάλεια, διότι χρειαζόμαστε τον διατλαντικό μας εταίρο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

Συνεπώς, σε ευχαριστώ ξανά, Petteri, για τη φιλοξενία. Θέλω να επισημάνω ότι αυτές οι ανεπίσημες συναντήσεις είναι πάντοτε ιδιαίτερα εποικοδομητικές. Και σε ευχαριστώ που μας έδωσες την ευκαιρία όχι μόνο να επισκεφτούμε αυτό το όμορφο μέρος της πατρίδας σου, αλλά και να κατανοήσουμε καλύτερα τις ανησυχίες των Σκανδιναβικών χωρών στα θέματα ασφάλειας.

Σε ερώτηση για την προοπτική ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας και λήψης αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο το επόμενο διάστημα, ο Πρωθυπουργός σημείωσε:

Οι τέσσερις χώρες που εκπροσωπούνται εδώ είναι σήμερα μέλη του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό για τη Συμμαχία το γεγονός ότι, ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, καταλήξαμε να προσθέσουμε δύο χώρες με σημαντικές αμυντικές δυνατότητες στη Συμμαχία του ΝΑΤΟ.

Θα ήθελα όμως να επαναλάβω αυτό που είπαν οι συνάδελφοί μου, ότι πρέπει να μεριμνήσουμε για δικές μας προτεραιότητες στον τομέα της ασφάλειας. Αυτός είναι στην πράξη ο καλύτερος τρόπος για να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τη διατλαντική σχέση. Η δίκαιη κατανομή των βαρών θα πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε συμμαχίας.

Όπως επισημάνθηκε, είναι σαφές ότι πρέπει να δαπανήσουμε περισσότερα για την άμυνα, αλλά πρέπει επίσης να είμαστε πιο «έξυπνοι» όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο κατανέμουμε αυτά τα κονδύλια, πράγμα που σημαίνει καλύτερη διαλειτουργικότητα, κοινά πρότυπα, περισσότερη συνεργασία εντός της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, η οποία, όπως γνωρίζουμε, είναι σήμερα αρκετά κατακερματισμένη.

Ήμουν αρκετά ικανοποιημένος που σημειώσαμε πρόοδο όσον αφορά το να σκεφτόμαστε πέραν των τυπικών παραμέτρων, όχι μόνο για το πώς θα αυξήσουμε τις δικές μας εθνικές εισφορές, πώς θα ξοδεύουμε περισσότερα για την άμυνα, αλλά και τι μπορούμε να κάνουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που δαπανά περισσότερο από το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνα, το κάνουμε εδώ και πολλά χρόνια, στην πραγματικότητα δεν επωφεληθήκαμε ποτέ από το μέρισμα ειρήνης μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου.

Αλλά τώρα βρισκόμαστε σε ένα διαφορετικό περιβάλλον ασφαλείας. Όλοι πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας. Το τελευταίο σημείο που θα ήθελα να επισημάνω, απευθυνόμενος κυρίως στους Σκανδιναβούς φίλους μας, είναι ότι αυτή η διαίρεση μεταξύ Βορρά και Νότου, στην οποία νομίζω ότι αναφέρθηκε και η Giorgia, είναι ουσιαστικά κληρονομιά της προηγούμενης δεκαετίας, όταν είδαμε την Ευρώπη διαιρεμένη κατά μήκος γραμμών που, ειλικρινά, δεν υφίστανται πλέον.

Τώρα, είναι οι οικονομίες του Νότου που αναπτύσσονται ταχύτερα, που επιδεικνύουν μεγάλη δημοσιονομική πειθαρχία. Όταν ζητάμε περισσότερο δημοσιονομικό χώρο για αμυντικές δαπάνες, το εννοούμε πραγματικά. Πρόκειται για πραγματικές επενδύσεις που θα ενισχύσουν τη συλλογική μας ασφάλεια.

Απαντώντας σε ερώτηση για δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία ο εκλεγείς Πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump θα ζητήσει να αυξηθεί στο 5% του ΑΕΠ (από 2%) ο στόχος για τις αμυντικές δαπάνες των μελών NATO, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:

Εάν μου επιτρέπετε, να προσθέσω ότι αυτό που γνωρίζουμε είναι πως το 2% πιθανόν ανήκει στο παρελθόν. Θα είναι πάνω από 2%, αλλά ας μην το προσδιορίσουμε, διότι όλοι έχουμε υποχρεώσεις και σε εθνικό επίπεδο και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι λειτουργούμε εντός του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου. Ό,τι κάνουμε αφορά και, στην προκειμένη περίπτωση, τη θέση μας ως μέλη της ευρωζώνης. Συνεπώς, γνωρίζουμε ότι θα χρειαστεί να δαπανήσουμε περισσότερα από το 2%, αλλά θα γίνει σαφές, όπως είπε ο Ulf, το ποιο είναι το ποσοστό στο οποίο θα συμφωνήσουμε, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αφού διαβουλευτούμε με τον νέο Πρόεδρο.

Απαντώντας σε ερώτηση για το πώς αντιλαμβάνονται οι ηγέτες τις απειλές της Ρωσίας κατά της Ευρώπης, o Πρωθυπουργός δήλωσε:

Δεν έχω να προσθέσω πολλά σε όσα είπε η Giorgia. Εξετάζοντας την ασφάλεια στο ευρύτερο δυνατό πλαίσιο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη βρισκόμαστε ενώπιον μια νέας μορφής υβριδικού πολέμου, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Είναι οι εκστρατείες ψευδούς πληροφόρησης και παραπληροφόρησης που προσπαθούν να επηρεάσουν τις δημοκρατικές μας διαδικασίες.

Για όλες αυτές τις προκλήσεις χρειαζόμαστε μια συνεκτική απάντηση, που να υπερβαίνει απλά την αύξηση των δαπανών για την άμυνα και τη συνέχιση της στήριξης προς την Ουκρανία: μιλάμε για την ενίσχυση των δικών μας δημοκρατιών, την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, διότι η παράνομη μετανάστευση έχει επίσης εργαλειοποιηθεί από άλλες δυνάμεις. Δείτε, για παράδειγμα, αυτό που συμβαίνει στα σύνορα της Πολωνίας με τη Λευκορωσία.

Πρόκειται για πραγματικές προκλήσεις ασφαλείας που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Εάν κάποιοι από εμάς πίστευαν, ίσως πριν από μερικά χρόνια, ότι βρισκόμαστε ακόμη στον κόσμο που διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου, πιστεύω ότι υπάρχει η αναγνώριση ότι ζούμε σε μια εντελώς διαφορετική γεωπολιτική πραγματικότητα και ότι η Ευρώπη πρέπει να ωριμάσει γεωπολιτικά και να επιτύχει πραγματικά τη δική της στρατηγική αυτονομία όσον αφορά στην ικανότητά της να υπερασπίζεται τον εαυτό της σε όλα τα μέτωπα.