ΕΜΒΟΛΙΟ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ: ΤΙ ΜΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ;
- 09.12.2021
Πολλά ακούγονται γύρω από τις λέξεις «φυσική ανοσία». Τι ισχύει, όμως; Τι μας προστατεύει περισσότερο από την Covid-19; Ο εμβολιασμός ή το να νοσήσουμε; Οι επιστήμονες απαντούν.
Από τότε που κυκλοφόρησαν τα εμβόλια κατά της Covid-19, έχει τεθεί πολλές φορές το ερώτημα εάν τα αντισώματα που παράγονται ως αποτέλεσμα φυσικής ανοσίας μετά από μόλυνση με κορονοϊό προσφέρουν περισσότερη ή λιγότερη προστασία από αυτά που αποκτώνται μέσω του εμβολιασμού.
Η συζήτηση αναθερμάνθηκε, όταν προδημοσίευση μελέτης από το Τελ Αβίβ υποστήριξε ότι όσοι νόσησαν από κορονοϊό είχαν μεγαλύτερη ανοσολογική προστασία έναντι της παραλλαγής Δέλτα σε σχέση με εκείνους που είχαν εμβολιαστεί.
Σε μια προσπάθεια να ξεδιαλύνουμε λίγο τo τοπίο, μιλήσαμε με τον Γιώργο Θυφρονίτη, καθηγητή Ανοσολογίας στο τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, και τη Θεοδώρα Χατζηιωάννου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο Rockefeller.
«Φυσική ανοσία» VS ανοσία από τα εμβόλια
«Ο όρος “φυσική ανοσία” ουσιαστικά δεν υπάρχει. Φυσική είναι η ανοσία από την ίωση, φυσική είναι και η ανοσία από το εμβόλιο. Τα ίδια αντιγόνα “βλέπει” το ανοσοποιητικό μας σύστημα, απλώς στη μία περίπτωση παραδίδονται με τον ιό και στην άλλη από το εμβόλιο», εξηγεί η κ. Χατζηιωάννου. «Τα αρχικά εξουδετερωτικά αντισώματα που αναπτύσσονται μετά τον εμβολιασμό είναι σε μέσο όρο σε καλύτερο επίπεδο από ό,τι μετά την ίωση, και αυτό βοηθάει τον οργανισμό να αντιμετωπίσει και τον ιό και τις μεταλλάξεις πιο αποτελεσματικά».
Και η Μαρία Θεοδωρίδου, ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής και Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, είχε αναφέρει σε ομιλία της ότι τα δεδομένα ισχυροποιούν το γεγονός ότι ο εμβολιασμός προσφέρει υψηλή και σταθερή ανοσία που υπερτερεί της φυσικής.
Όσον αφορά την παραπάνω έρευνα, η Charlotte Thålin, ερευνήτρια ανοσολογίας στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα, τόνισε ότι «Η εξαγωγή συμπερασμάτων από δεδομένα που δεν έχουν ακόμα ελεγχθεί από άλλους επιστήμονες ενέχουν κινδύνους. Επιπλέον, είναι εξίσου σημαντικό να εξετάσουμε τα δεδομένα αυτά μέσα σε ένα σωστό πλαίσιο».
Όπως εξηγεί, η μελέτη δεν λαμβάνει υπόψη τους κινδύνους που ενέχει η φυσική λοίμωξη, όπως η ανάγκη για νοσηλεία και το ενδεχόμενο θανάτου, ενώ αναφέρει πως υγιή κατά τα άλλα άτομα που ανάρρωσαν από την Covid-19 παρουσίασαν αυξημένο κίνδυνο μακροπρόθεσμων σοβαρών προβλημάτων υγείας (π.χ. μυοκαρδίτιδα, θρόμβους και εγκεφαλικό) σε σύγκριση με τα εμβολιασμένα.
«Όταν ο ιός εισβάλλει στα κύτταρά μας, ξεκινάει ένας αγώνας ανάμεσα σε αυτόν και στο ανοσοποιητικό μας σύστημα. Το αποτέλεσμα του αγώνα είναι άγνωστο. Θέλουμε να δοκιμάσουμε ποιος θα νικήσει;» αναρωτιέται από την πλευρά του ο κ. Θυφρονίτης.
ΣΤΟΥΣ ΕΞΙ ΜΗΝΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΙΩΣΗ Ή ΤΟΝ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟ ΤΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΣΕΙ ΣΤΟ 35% ΠΕΡΙΠΟΥ ΤΩΝ ΑΡΧΙΚΩΝ.
Τι συμβαίνει με τα αντισώματα;
«Όταν παθαίνουμε μια ίωση ή εμβολιαζόμαστε, η αντίδραση του ανοσοποιητικού μας συστήματος είναι ίδια. Έχει, βέβαια, πολλές πτυχές. Μία από αυτές είναι η παραγωγή αντισωμάτων, ιδιαίτερα εξουδετερωτικών, που μπορούν να σταματήσουν τον ιό από το να προσβάλλει τα κύτταρα μας. Ο αριθμός αυτών των αντισωμάτων στην κυκλοφορία του αίματος είναι αρχικά υψηλός, αλλά φθίνει με την πάροδο του χρόνου. Στους 6 μήνες μετά την ίωση ή τον εμβολιασμό έχουν πέσει στο περίπου 35% του αρχικού επιπέδου. Ο οργανισμός, όμως, έχει αποκτήσει ανοσολογική μνήμη. Ακόμα και αν δεν παράγει τόσα πολλά αντισώματα, έχει διατηρήσει κύτταρα μνήμης, που μένουν στον οργανισμό για μήνες, ίσως και χρόνια. Μόλις προσβληθεί ξανά, αρχίζουν αμέσως την παραγωγή αντισωμάτων», αναφέρει η κ. Χατζηιωάννου.
ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΕΒΑΙΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΥΨΗΛΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΜΑΣ.
Ωστόσο, ο κ. Θυφρονίτης διευκρινίζει: «Αυτό που μας ενδιαφέρει τη δεδομένη στιγμή είναι τα αντισώματα να παρεμποδίζουν την είσοδο του ιού στα κύτταρά μας, δηλαδή να τον αδρανοποιούν. Με τον εμβολιασμό παράγονται αντισώματα ενάντια στην πρωτεΐνη που είναι υπεύθυνη για την είσοδό του στα κύτταρά μας. Από την άλλη, όταν μολυνθούμε με ολόκληρο τον ιό αναπτύσσουμε και άλλα αντισώματα με διαφορετικές ειδικότητες, που αναγνωρίζουν διαφορετικές πρωτεΐνες, οι οποίες όμως δεν σχετίζονται με την είσοδο του ιού στα κύτταρα. Επομένως, μπορεί με τη φυσική νόσηση τα αντισώματα να αναγνωρίζουν περισσότερες πρωτεΐνες, αλλά αυτό δεν είναι προτεραιότητά μας».
Με άλλα λόγια, η πιθανότητα μια φυσική λοίμωξη από κορονοϊό να οδηγήσει σε ευρύτερη ανοσοαπόκριση από τον εμβολιασμό δεν είναι παρατραβηγμένη, καθώς εκθέτει το ανοσοποιητικό μας σύστημα σε μια σειρά από πρωτεΐνες του ιού. Από την άλλη, τα υφιστάμενα εμβόλια εισάγουν ένα μόνο αντιγόνο: την πρωτεΐνη S (πρωτεΐνη-ακίδα), με αποτέλεσμα μια πιο στοχευμένη, αλλά και πιο περιορισμένη ανοσολογική απόκριση.
Πόσο διαρκούν;
«Το πόσο καιρό κρατάει η ανοσία κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά, αν δεν περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα, ικανό για να μελετήσουμε τα επιδημιολογικά στοιχεία που θα υπάρχουν στη διάθεσή μας. Αυτό που ξέρουμε μέχρι στιγμής είναι ότι τα πλήρως εμβολιασμένα άτομα και εκείνα που έχουν νοσήσει με SARS-CoV-2 έχουν χαμηλό κίνδυνο επαναλοίμωξης για περίπου 6 μήνες και ότι υπάρχει μεγάλη αύξηση των αντισωμάτων μετά την τρίτη δόση», απαντά ο κ. Θυφρονίτης.
Όσο για τη μέτρηση αντισωμάτων, οι επιστήμονες δεν είναι βέβαιοι για το πόσο υψηλά πρέπει να είναι τα επίπεδα στον οργανισμό μας. «Τα νούμερα που προκύπτουν από τα τεστ αντισωμάτων αντιπροσωπεύουν ένα σχετικό μέγεθος που μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται. Μπορεί, δηλαδή, το ένα εργαστήριο να δείξει ότι έχω τίτλο αντισωμάτων 500 και την ίδια μέρα ένα άλλο να δείξει 50. Και τα δυο λένε την αλήθεια, αλλά μέσα από τα δικά τους μάτια», συμπληρώνει.
Ο ΜΗ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΕΝΙΣΧΥΕΙ ΤΙΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΝΕΩΝ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΙΟΥ.
Γιατί νοσούν άνθρωποι που έχουν πλήρως εμβολιαστεί;
«Όλα τα εμβόλια έχουν ένα ποσοστό προστασίας, ενώ όσο περνάει ο καιρός τα επίπεδα των αντισωμάτων μειώνονται και το ποσοστό των ανθρώπων που δεν καλύπτεται αυξάνεται. Ειδικά για τα mRNA εμβόλια γνωρίζουμε ότι έχουν πολύ υψηλό ποσοστό προστασίας, της τάξης του 95%. Αυτό σημαίνει ότι από τις αρχικές κλινικές μελέτες γνωρίζαμε ότι ένα 5% δεν καλύπτεται», απαντά ο καθηγητής.
«Αλλά και στην περίπτωση της φυσικής ανοσίας δεν έχουμε πλήρη κάλυψη. Τα άτομα που νοσούν προστατεύονται για ένα διάστημα. Για παράδειγμα, στοιχεία που αφορούν τους ιούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα δείχνουν ότι όποιος νοσήσει μπορεί να έχει ανοσία που διαρκεί από τρεις μήνες μέχρι τρία χρόνια, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του ατόμου».
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν το αν θα κολλήσουμε;
Η προστασία που λαμβάνουμε και το διάστημα που αυτή διαρκεί εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως:
- η ηλικία μας,
- το εάν έχουμε προηγουμένως νοσήσει και πόσο σοβαρά (τα επίπεδα των αντισωμάτων στο αίμα αυξάνονται γρηγορότερα και φτάνουν σε υψηλότερα επίπεδα σε άτομα με πιο σοβαρές λοιμώξεις),
- η κατάσταση εμβολιασμού μας,
- πόσος καιρός έχει περάσει από τότε που μολυνθήκαμε ή εμβολιαστήκαμε.
Εξαρτάται, ακόμα, από το αν υπάρχουν υποκείμενα νοσήματα και φυσικά από τον ιό και τις μεταλλάξεις του.
«Ένας από τους βασικούς παράγοντες είναι και το πόσο υψηλό είναι το ιικό φορτίο γύρω μας, δηλαδή πόσοι έχουν την ίωση, καθώς αυτό αυξάνει τις πιθανότητές μας να έρθουμε σε επαφή με έναν φορέα», συμπληρώνει η κα. Χατζηιωάννου.
Υπάρχει επιπλέον όφελος από τον εμβολιασμό;
Κατ’ αρχάς, όπως μας θυμίζει η κ. Χατζηιωάννου, κύριος στόχος των εμβολίων είναι η προστασία από τη βαριά νόσο και τον θάνατο, ενώ ως έναν βαθμό συνεισφέρουν στον περιορισμό της μετάδοσης του ιού, καθώς συμβάλλουν στη μείωση του ιικού φορτίο στο οποίο μπορεί κάποιος να εκτεθεί. Αυτός είναι και ο λόγος που μελέτες αναφέρουν ότι η μετάδοση περιορίζεται σημαντικά μεταξύ ομάδων με υψηλά ποσοστά εμβολιασμένων.
Από την πλευρά του, ο κ. Θυφρονίτης εξηγεί πώς ο μη εμβολιασμός ενισχύει τις πιθανότητες εμφάνισης νέων μεταλλάξεων του ιού. «Ο ιός μεταλλάσσεται όταν κατά τον πολλαπλασιασμό του RNA του γίνει κάποιο “λάθος”. Πότε πολλαπλασιάζεται; Όταν μπει στα κύτταρά μας και βρει πρόσφορο έδαφος. Όσο περισσότερη κάλυψη υπάρχει, τόσο πιο δύσκολο είναι να βρει έδαφος ανάπτυξης, άρα μειώνονται και οι πιθανότητες να μεταλλαχθεί». Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, οι μεταλλάξεις του ιού είναι χιλιάδες, απλά οι περισσότερες δεν αφορούν τη μολυσματικότητά του και γι’ αυτό δεν μας απασχολούν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου