Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, κλείνει σχεδόν ένας μήνας από την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία που μεταβάλλει δραστικά τα παγκόσμια γεωπολιτικά δεδομένα, καταπατά τη νομιμότητα και προκαλεί αίμα, προσφυγικές ροές και παγκόσμια ανασφάλεια.
Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές το αποτύπωμα αυτής της σύρραξης, της μεγαλύτερης γεωπολιτικής αναταραχής στην ήπειρό μας από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενδέχεται να είναι βαθύτερο από εκείνο των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Και ο οικονομικός της απόηχος παραπέμπει στην κρίση του 2008, καθώς ο πόλεμος και η ενεργειακή αναστάτωση -συνοδευόμενη από τη διεθνή έκρηξη των τιμών- δημιουργούν δυστυχώς ένα παγκόσμιο, εφιαλτικό τρίγωνο το οποίο διαρκώς ανατροφοδοτείται.
Το βιώνει ολόκληρη η Ευρώπη με τους εθνικούς προϋπολογισμούς όλων των κρατών-μελών να πολιορκούνται. Αλλά το ίδιο δυστυχώς συμβαίνει παντού στην Ευρώπη και με τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, οι οποίοι είναι ήδη εξαντλημένοι μετά από δύο χρόνια πανδημίας. Γι’ αυτό και τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα, με πρόσφατες εκθέσεις τους, προειδοποιούν ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία μπορεί να ναρκοθετήσει την παγκόσμια ανάκαμψη την οποία όλοι περιμέναμε μετά την πρόσφατη μεγάλη υγειονομική περιπέτεια.
Οι προκλήσεις συνεπώς προβάλλουν μεγαλύτερες και τα εμπόδια υψηλότερα. Όμως η υπέρβαση αυτών των προκλήσεων είναι μονόδρομος. Η Ελλάδα εξ αρχής συντάχθηκε με το μέρος της ειρήνης, του Διεθνούς Δικαίου και του απαραβίαστου των συνόρων.
Στο πλευρό δηλαδή της Ουκρανίας αλλά και των δεκάδων χιλιάδων ομογενών μας, που δοκιμάζονται σήμερα ειδικά στη φρίκη της Μαριούπολης. Δεν διστάσαμε επίσης να αντιτάξουμε στις ρωσικές κάννες ανθρωπιστική αλλά και αμυντική βοήθεια, όπως και να υποδεχθούμε με ανοιχτές αγκάλες πρόσφυγες, οι οποίοι πλησιάζουν πλέον στη χώρα μας τους 13.000. Ενώ δέσμευσή μου είναι να οικοδομηθεί ξανά από τη χώρα μας το μαιευτήριο της Μαριούπολης και αυτό αποτελεί μία ελάχιστη εθνική οφειλή προς αυτή την αρχαία κοιτίδα του ελληνισμού.
Πρόκειται για μια στάση αρχής, αλλά και μία απόδειξη διπλωματικής συνέπειας, καθώς τιμούμε τις συμμαχίες μας, έτσι ώστε να μπορούμε και εμείς -εφόσον χρειαστεί- να απαιτούμε από τους συμμάχους μας. Αυτό αφορά βέβαια και τους εθνικούς χειρισμούς με την Τουρκία, γιατί -όπως πιστεύω ότι όλοι συμφωνούμε σε αυτήν την αίθουσα- η πόρτα μας μπορεί να είναι κλειστή σε κάθε πρόκληση, το παράθυρό μας όμως μένει ανοιχτό σε συζητήσεις. Και η ένταση, ο αναθεωρητισμός, πρέπει ειδικά σε αυτήν την συγκυρία να μείνουν μακριά από την περιοχή μας. Και μέχρι να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος με τους γείτονές μας, οφείλουμε να ζήσουμε με τις διαφορές μας, χωρίς όμως περιττές, χωρίς αχρείαστες εντάσεις.
Η θέση μας ωστόσο για τον πόλεμο είναι και πολιτική, γιατί στην Ουκρανία δεν αντιμάχονται μόνο η αυτοδιάθεση από τη μία με τον ωμό επεκτατισμό από την άλλη. Αντιμάχεται η Δημοκρατία με τον αυταρχισμό, ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός με τον ανατολίτικο αυταρχισμό, δεσποτισμό του παρελθόντος.
Συνεπώς, είναι ανάγκη να αποκρουστεί κάθε προσπάθεια βίαιης αλλαγής συνόρων, όπως και κάθε μοντέλο ηγέτη που θέλει αντιδημοκρατικά να γίνει ηγεμόνας. Στο μέτωπο, λοιπόν, αυτό δεν χωρούν δισταγμοί: η Ελλάδα, οι Έλληνες, είμαστε με την ελευθερία.
Ταυτόχρονα, είμαστε και με την ευημερία, που σήμερα, δυστυχώς, υπονομεύεται από την ενεργειακή κρίση και την παγκόσμια ακρίβεια. Ένα πρόβλημα το οποίο έχει χτυπήσει κάθε χώρα της ηπείρου μας: πανευρωπαϊκό, για αυτό και μόνο πανευρωπαϊκά μπορεί να απαντηθεί.
Για αυτό και η ελληνική πρόταση για τον έλεγχο της χονδρικής τιμής του φυσικού αερίου βρίσκεται ήδη στην ατζέντα των συζητήσεων στο αυριανό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Και σε αυτό συμφωνούμε με πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, εσχάτως και το Βέλγιο. Βλέπω σταδιακά να ωριμάζει σε όλη την ήπειρο η ανάγκη για δραστικές παρεμβάσεις στη λειτουργία των αγορών. Αυτό συμβαίνει ταυτόχρονα με τη βίαιη ενηλικίωση της ηπείρου μας και με την αναζήτηση πια -έστω και με καθυστέρηση- της στρατηγικής μας αυτονομίας.
Όπως έχω πει πολλές φορές, η πολίτικη οφείλει να δράσει ώστε η διεθνής κερδοσκοπία να σταματήσει να ποντάρει στον πόλεμο. Και η αγορά να επανέλθει στον πραγματικό της ρόλο, που δεν είναι άλλος από το να καθορίζονται οι τιμές με βάση τους κανόνες της προσφοράς και της ζήτησης. Οι τιμές, ναι, υπό προϋποθέσεις μπορούν να τεθούν υπό προσωρινό έλεγχο. Γιατί αφορούν τελικά τους πολίτες και όχι τις εταιρείες. Ενώ και οι τελευταίες έχουν υποχρέωση να καταθέσουν μερίδιο των συγκυριακών τους υπερκερδών για την άρση αυτής της αναταραχής.
Και όλα αυτά έχουν θέση σε ένα ενιαίο Ευρωπαϊκό σχέδιο, που συνδυάζει άμεσες πρωτοβουλίες με την πιο μεσοπρόθεσμη, μακροπρόθεσμη ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία, αλλά και την ανάπτυξη της πράσινης οικονομίας.
Δεν έχω, ασφαλώς, αυταπάτες για την ταχύτητα των Ευρωπαϊκών διαδικασιών και αναγνωρίζω τα πολύ μεγάλα, τα τεράστια τεχνικά εμπόδια που συναντά αυτή η προσπάθεια. Θυμίζω ότι αρκεί μία χώρα να διαφωνήσει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να μην υλοποιηθεί οποιαδήποτε τολμηρή πρόταση μπορεί να έχουν εισηγηθεί οι υπόλοιπες 26.
Δεν ξεχνώ όμως επίσης ότι τελικά η πρότασή μας για το Ταμείο Ανάκαμψης έγινε δεκτή, αλλά χρειάστηκαν τέσσερις μήνες εντατικών ζυμώσεων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο.
Όμως ακόμα και ο δημόσιος προβληματισμός, σε επίπεδο ηγεσιών για μια πιο συντονισμένη ενεργειακή πολιτική, μπορεί να παράγει ήδη αποτέλεσμα. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η πρόσφατη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου ως προς τον δείκτη TTF έχει να κάνει και με το γεγονός ότι οι αγορές αντελήφθησαν ότι υπάρχει ενδεχόμενο πανευρωπαϊκής παρέμβασης ως προς τις τιμές του φυσικού αερίου στην αγορά της χονδρικής.
Όμως είναι σίγουρο ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την ευρωπαϊκή συνεργασία με την άρση των όποιων εθνικών επιφυλάξεων, βήμα- βήμα. Και το πρώτο βήμα το οποίο μπορεί να γίνει είναι η κοινή αγορά και η κοινή αποθήκευση φυσικού αερίου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μία πολιτική την οποία η χώρα μας υποστηρίζει από την πρώτη στιγμή.
Η ενωμένη μας απάντηση, λοιπόν, οφείλει να είναι άμεση, οφείλει να είναι σαφής και πρέπει να είναι και τολμηρή. Γιατί τον χρόνο που χάνεται τον κερδίζουν οι λαϊκιστές, που επιστρέφουν με τον τρόπο που ξέρουν πολύ καλά: δίνοντας εύκολες λύσεις σε εξαιρετικά δύσκολα προβλήματα, κρύβοντας πως η ακρίβεια είναι εισαγόμενη, με στόχο να ενοχοποιούν πάντα τις εθνικές πολιτικές. Και προσφέροντας έωλα συνθήματα χαϊδεύουν αυτιά, όμως δένουν τα μυαλά.
Συνεπώς, οι κίνδυνοι οι οποίοι διαγράφονται δεν είναι μόνο γεωπολιτικοί, δεν είναι μόνο οικονομικοί, είναι και κοινωνικοί. Και η παγκόσμια κοινή γνώμη οφείλει να οπλιστεί, πρώτα από όλα με την αλήθεια, και να αντισταθεί.
Το διεθνές πληθωριστικό κύμα που οξύνεται από την κρίση της Ουκρανίας απειλεί ασφαλώς και την επιστροφή της δικής μας χώρας στην ανάπτυξη. Τα θεμέλια, βέβαια, τα οποία έχουμε θέσει αυτούς τους τριάντα μήνες είναι ισχυρά. Το πιστοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που προβλέπει για την Ελλάδα ότι θα είναι μέσα στις τρεις χωρες με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη τον επόμενο χρόνο. Το πιστοποιεί το γεγονός ότι παρά τις πολύ μεγάλες πιέσεις, τα πολύ μεγάλα προβλήματα, η ανεργία υποχώρησε στο 12,8% τον Ιανουάριο. Το πιστοποιεί η συνεπής εκτέλεση του προϋπολογισμού. Το πιστοποιεί μέχρι και η πρόσφατη αναβάθμιση της οικονομίας μας από τον οίκο DBRS, εν μέσω εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών.
Η κρίση, όμως, έχει τις ρίζες της πολύ μακριά από την πατρίδα μας, επηρεάζοντας ολόκληρη την υφήλιο. Και η διαχείριση των ανατιμήσεων πρέπει να γίνεται με δυναμισμό αλλά και με φειδώ, πρέπει να γίνεται με τόλμη αλλά κυρίως -όπως θα εξηγήσω και στη συνέχεια και όπως έχει εξηγήσει και ο Υπουργός Οικονομικών πρέπει να γίνεται με κοινωνική δικαιοσύνη, γιατί ο προορισμός μας παραμένει ο ίδιος: η διατηρήσιμη ανάπτυξη. Αλλά τα νερά πια είναι αχαρτογράφητα και το σκάφος δέχεται αλλεπάλληλα κύματα.
Η μόνη ασφαλής ρότα, συνεπώς, είναι αυτή που δείχνει η πυξίδα της δημοσιονομικής ισορροπίας. Το τιμόνι σταθερό, έτοιμο, όμως, για τις αναγκαίες προσαρμογές όταν το επιβάλλουν οι συνθήκες. Και σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί και το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, το οποίο υπηρετεί μια διπλή στόχευση.
Από τη μία πλευρά υλοποιεί την προεκλογική μας δέσμευση των φοροελαφρύνσεων ειδικά στην ακίνητη περιουσία. Και από την άλλη απαντά ταυτόχρονα και σε επίκαιρες ανάγκες, διότι η παρέμβασή μας ενισχύει το διαθέσιμο εισόδημα σχεδόν όλων των Ελλήνων πολιτών, μειώνοντας μάλιστα τον ΕΝΦΙΑ όχι κατά 30% -όπως είχαμε αρχικά υποσχεθεί- αλλά κατά περισσότερο, κατά 35%. Και αυτό χάρη σε μία πολιτική ευθύνης που θέλει τις κοινωνικές παροχές να στηρίζονται πάντα στις δημοσιονομικές μας αντοχές.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, φέτος οι Έλληνες θα πληρώσουν 920 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα συγκριτικά με ό,τι τους είχε βεβαιωθεί το 2018 από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Θα πληρώσουν 354 εκατομμύρια λιγότερα σε σχέση με αυτό το οποίο πλήρωναν το 2019, μετά τις πρώτες μειώσεις ΕΝΦΙΑ που ανακοίνωσε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Και σχεδόν 8 στους 10 συμπολίτες μας θα δουν έως και 40% μειωμένο τελικά το φόρο για τα ακίνητά τους.
Και θα ήθελα, σας παρακαλώ πολύ κ. Τσίπρα -γιατί φαντάζομαι θα λάβετε το λόγο στη συνέχεια- να μας διευκρινίσετε αν θα ψηφίσετε τις μειώσεις αυτές. Αν θα τις ψηφίσετε. Διότι ακόμα -από ό,τι αντιλαμβάνομαι- σαφή απάντηση δεν έχω πάρει. Φαντάζομαι η καταφατική σας απάντηση αφορά στο ότι θα μου απαντήσετε ή ότι θα τις ψηφίσετε; Διότι είστε ικανός να κάνετε και τα δυο. Εν πάση περιπτώσει, λοιπόν, θα κάνω λίγο υπομονή να ακούσω την επιχειρηματολογία σας.
Αυτό που δεν αμφισβητείται, όμως, είναι ότι μιλάμε για πέντε εκατομμύρια ιδιοκτήτες με περιουσίες σε ζώνες μέσης και χαμηλής αξίας. Ενώ αρκετοί συμπολίτες μας, σχεδόν 900.000, δεν θα δουν καμία μεταβολή στον ΕΝΦΙΑ, αποδεικνύοντας έτσι ότι σταθερός προσανατολισμός αυτής της κυβέρνησης είναι η ανακούφιση των πιο αδύναμων και της μεσαίας τάξης.
Μικρή επιβάρυνση θα βεβαιωθεί σε μονοψήφιο ποσοστό φυσικών προσώπων και αυτό μόνο σε ακριβές περιοχές. Και αυτό είναι και το δίκαιο, γιατί για να είναι δίκαιος ένας φόρος πρέπει να ανταποκρίνεται τελικά στην αληθινή αξία της περιουσίας όταν αυτή αυξάνεται.
Είναι ενδεικτικό, πάντως, ότι η αύξηση συνολικά του ΕΝΦΙΑ θα σημειωθεί μόλις στο 1% των προυπαρχουσών ζωνών, ενώ στο 65% ο φόρος θα μειωθεί.
Για να πάρουμε, λοιπόν, ορισμένα συγκεκριμένα παραδείγματα για να αντικρούσουμε στην πράξη την κριτική που μας ασκεί η αξιωματική αντιπολίτευση ότι δήθεν η μείωση του ΕΝΦΙΑ αφορά τους έχοντες και τους κατέχοντες. Διαμέρισμα 110 τετραγωνικά μέτρα στο Περιστέρι θα πληρώσει σήμερα ΕΝΦΙΑ 245 ευρώ, επί δικών σας ημερών πλήρωνε 431 ευρώ: μείωση 43%. Ιδιοκτησία 90 τετραγωνικών μέτρων στον Κορυδαλλό: ο ΕΝΦΙΑ συρρικνωμένος σχεδόν στο μισό σε σχέση με το τι πλήρωνε ο ιδιοκτήτης, κ. Αλεξιάδη, επί δικών σας ημερών, παρά την άνοδο της συγκεκριμένης τιμής ζώνης. Σπίτι στη Νέα Σμύρνη, 110 τετραγωνικά: πλήρωνε ΕΝΦΙΑ 362 ευρώ, φέτος θα πέσει στα 257 ευρώ. Ένα σπίτι στο Λαύριο, για να συγκρίνω και με το τι πλήρωνε πέρυσι, θα έχει φόρο 259 ευρώ φέτος, ενώ το 2021 θα πλήρωνε 342.
Αυτή είναι συνεπής πολιτική επιστροφής στη μεσαία τάξη όσων της πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ με τις ληστρικές φοροεπιδρομές που έκανε τέσσερα χρόνια.
Και, φυσικά, η σημερινή παρέμβαση δεν είναι μεμονωμένη. Συνδυάζεται με τη μείωση σχεδόν 60 φόρων, πολλών άλλων επιβαρύνσεων, εισφορών και φυσικά οι μειώσεις αυτές πλαισιώνονται από το διπλό ελαχιστο εγγυημένο εισόδημα του Δεκεμβρίου και φυσικά την δεύτερη σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Μαΐου του 2022.
Αυτές οι πολιτικές ανήκουν στον ίδιο κεντρικό σχεδιασμό της κυβέρνησης: να μονιμοποιηθεί η αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης, τελικά για όλους τους συμπολίτες μας, ο χαμηλός ΦΠΑ σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες. Πρόκειται για ρυθμίσεις που θα έχουν θετικό αντίκτυπο στο εισόδημα των πολιτών κάθε χρόνο, γιατί μιλάμε για μόνιμες μειώσεις φόρων και όχι για περιστασιακές παρεμβάσεις.
Δύο είναι οι δρόμοι προκειμένου ένα νοικοκυριό να αμυνθεί απέναντι στην ακρίβεια: ο ένας είναι η αύξηση των μισθών, ο δεύτερος είναι η στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος με τη μείωση των φόρων και των εισφορών.
Αυτός ο συγκερασμός διαπερνά την πολιτική μας και αποκρυσταλλώνεται τελικά σε πραγματικά δεδομένα, που αφορούν την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος πολλών συμπολιτών μας. Και είναι αυτή η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος που μας επιτρέπει σήμερα να έχουμε αντιστάσεις, να έχουμε άμυνες, απέναντι στην πρωτοφανή παγκόσμια ακρίβεια την οποία αντιμετωπίζουμε.
Είναι αυτό που θέλουμε; Προφανώς και όχι. Είναι όμως τουλάχιστον ένα μικρό μαξιλάρι ασφάλειας, το οποίο δημιουργήθηκε μέσα στην κρίση. Γιατί, ναι, πρώτος εγώ θα αναγνωρίσω ότι, δυστυχώς, στην πατρίδα μας οι μισθοί είναι ακόμα χαμηλοί. Και αυτό συμπιέζει σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα, ειδικά των νεότερων γενιών, ειδικά των νέων ανθρώπων οι οποίοι ζουν σήμερα στο νοίκι και δυσκολεύονται πολύ να τα βγάλουν πέρα. Των νέων συμπολιτών μας, οι οποίοι αυτή τη στιγμή αμείβονται με έναν χαμηλό κατώτατο μισθό. Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτό αγωνιζόμαστε να διορθώσουμε.
Όμως αυτά τα αναχώματα, αυτή η άμυνα, χτίζεται πάνω σε ένα πρόσθετο ανάχωμα το οποίο είναι το πρόγραμμα των 43 δισεκατομμυρίων που εκταμίευσε η ελληνική πολιτεία για να στηρίξει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά απέναντι στον Covid. Ενώ συμπληρώνονται και από το έκτακτο σχέδιο 2,6 δισεκατομμυρίων ευρώ που δόθηκαν από τον περασμένο Σεπτέμβριο ως πρώτη γραμμή άμυνας απέναντι στην ενεργειακή κρίση.
Ένα μέτωπο στο οποίο τώρα προστίθεται ένα ακόμα τρίμηνο πρόγραμμα ενισχύσεων ύψους 1,1 δισ. ευρώ που απευθύνεται σε σχεδόν 6 εκατομμύρια δικαιούχους, νοικοκυριά, επιχειρήσεις, αγρότες, καταναλωτές ενέργειας. Και αυτή η νέα δέσμη στήριξης έχει επίσης ένα διπλό σκοπό: να τονώσει την αγοραστική δύναμη των πιο αδύναμων, αλλά και να απορροφήσει ένα μέρος των αυξήσεων στο ρεύμα όλων των Ελλήνων. Γι’ αυτό και προβλέπει και επιδόματα, αλλά και επιδοτήσεις λογαριασμών. Ενώ, παράλληλα, επιχειρεί να ανακουφίσει τη μεσαία τάξη και τον παραγωγικό ιστό της οικονομίας. Γι’ αυτό και περιλαμβάνει εκπτώσεις που περιορίζουν την εκτίναξη των τιμών στα καύσιμα -περιορίζουν, το επαναλαμβάνω, δεν εξαλείφουν, περιορίζουν την εκτίναξη των τιμών- αλλά και σημαντικές πρόσθετες μέριμνες για μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και για τον πρωτογενή τομέα, τους αγρότες μας, τους κτηνοτρόφους μας, τους αλιείς μας.
Έτσι, από τον επόμενο μήνα αυξάνεται σημαντικά η επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου, που για τα σπίτια θα φτάσει έως και τα 72 ευρώ ανά μεγαβατώρα, από 40 ευρώ που είναι σήμερα. Για τους επαγγελματίες η ενίσχυση θα είναι διπλάσια, ώστε να καλύπτει τελικά το 50% της αύξησης και να φτάσει ως τα 130 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Μιλάω για μικρές επιχειρήσεις: αρτοποιία, μικρά εστιατόρια, μικρά εμπορικά καταστήματα -μάλιστα εκεί θα αποκαταστήσουμε αναδρομικά ένα σημαντικό μέρος των προηγούμενων απωλειών, με στόχο να απορροφηθεί έως το 80% της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Σε ένα άλλο επίπεδο, οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας θα στηριχτούν με 200 ευρώ που θα διατεθούν τον μήνα Απρίλιο, απευθείας, σε 900.000 χαμηλοσυνταξιούχους, ανασφάλιστους υπερήλικους και άτομα με ειδικές ανάγκες. Ποσά τα οποία προφανώς θα είναι ακατάσχετα και δεν θα συμψηφίζονται με άλλες οφειλές.
Επίσης, 250.000 δικαιούχοι του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος θα εισπράξουν τον Απρίλιο διπλή δόση. Ενώ οικογένειες θα έχουν μιάμιση επιπλέον δόση επιδόματος παιδιού, διότι αυτές δοκιμάζονται περισσότερο από την ακρίβεια. Ωφελημένα, δηλαδή, θα είναι 1,4 εκατομμύρια νοικοκυριά με περισσότερα από 3,2 εκατομμύρια μέλη.
Επιδοτούμε, επίσης, τα καύσιμα. Δεν το κάνουμε οριζόντια. Θα έχουμε -φαντάζομαι- την ευκαιρία να αντιπαρατεθούμε και στην συνέχεια για το ζήτημα αυτό. Το κάνουμε για όλα τα νοικοκυριά με εισοδηματικό όριο τις 30.000 ευρώ. Επιδοτούμε, όπως και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μια ποσότητα καυσίμων: τα 60 λίτρα τον μήνα. Γιατί τα 60 λίτρα τον μήνα; Η μέση κατανάλωση υπολογίζεται στατιστικά από την ΕΛΣΤΑΤ στα 57 λίτρα. Και γιατί το μέτρο αυτό πρέπει να απλωθεί όχι μόνο στα χαμηλά εισοδήματα, αλλά και σε όλη τη μεσαία τάξη: οι δικαιούχοι να είναι παραπάνω από 3.000.000 οδηγοί αυτοκινήτων και μοτοσυκλέτας.
Πόση θα είναι η ενίσχυση; 22 λεπτά στην ηπειρωτική χώρα, 28 λεπτά στα νησιά μας. Θα αντιμετωπίσει ένα μέρος της αύξησης των τιμών των καυσίμων. Και για να δώσω ένα μέτρο σύγκρισης, διότι πολλά ακούγονται -ανακριβή τα πιο πολλά- σε σχέση με αντίστοιχα πακέτα στήριξης σε άλλες χώρες, η ίδια επιδότηση στην Γαλλία ανέρχεται στα πόσα; Στα 15 λεπτά το λίτρο. Εμείς, θυμίζω, δίνουμε 22 ή 28. Στο Βέλγιο 16 λεπτά το λίτρο.
Και παράλληλα δρομολογούνται και ειδικές πρόνοιες για κλάδους όπου τα καύσιμα έχουν σημαντικό ρόλο στο κόστος, όπως οι μεταφορές, οι συγκοινωνίες, οι αγροτικές εργασίες.
Έτσι, μειώνεται πέρα και πάνω από την παρέμβαση που κάνουμε συνολικά στο επίπεδο των καυσίμων, οριζόντια κατά 15 λεπτά η τιμή του πετρελαίου κίνησης. Ενώ και οι οδηγοί ταξί, οι οποίοι δοκιμάζονται πολύ, προφανώς, από τις αυξήσεις στις τιμές της βενζίνης και του diesel, θα έχουν μία έκτακτη ενίσχυση 200 ευρώ.
Τέλος, έχουμε λάβει ειδική μέριμνα για τον πρωτογενή τομέα, ο οποίος στηρίζεται τριπλά. Απαλλάσσεται από τον ειδικό φόρο για ολόκληρο το 2022, γιατί καλύπτεται έως το 80% της ρήτρας αναπροσαρμογής σε όλα τα αγροτικά τιμολόγια ρεύματος και γιατί ο ΦΠΑ στα λιπάσματα και στις ζωοτροφές έχει υποχωρήσει πλέον στο 6%.
Υπάρχει, τέλος, και μία επιλογή ακόμα τόνωσης της αγοράς μέσω στήριξης της ρευστότητας των επιχειρήσεων. Είναι η επέκταση από τις 60 στις 96 δόσεις της εξόφλησης της επιστρεπτέας προκαταβολής. Με άλλα λόγια, από το καλοκαίρι περίπου 700.000 επαγγελματίες θα μπορούν να αποπληρώσουν με πιο συμφέροντες όρους την οφειλή τους, ενώ εξακολουθεί να υπάρχει πάντα η έκπτωση του 15% εάν επιλέξουν να καταβάλουν την οφειλή τους εφάπαξ.
Θυμίζω ότι από τα 8,3 δισεκατομμύρια του μηχανισμού της επιστρεπτέας προκαταβολής τελικά η κυβέρνηση θα εισπράξει λιγότερα από 3 δισ. Είναι μία ακόμα έμπρακτη βοήθεια στις επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν τα εμπόδια της συγκυρίας.
Και στις κραυγές της αντιπολίτευσης ότι αυτά που κάνουμε είναι ελάχιστα, είναι αδιάφορα, είναι ψίχουλα, την καλύτερη απάντηση την δίνουν οι παρεμβάσεις των ιδίων των φορέων της αγοράς: της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου, των Επιμελητηρίων, των ομοσπονδιών των αρτοποιών και δεκάδων συνδέσμων σε ολόκληρη τη χώρα που αναγνώρισαν ότι η βοήθεια που παρέχει η κυβέρνηση δεν είναι ευκαταφρόνητη.
Προφανώς -όπως έχω πει επανειλημμένως- είναι αδύνατον οποιοσδήποτε κρατικός προϋπολογισμός σήμερα να καλύψει το σύνολο των αυξήσεων από αυτό το παγκόσμιο κύμα ακρίβειας. Εκτιμάται όμως από τους επαγγελματίες -και ειδικά από τους μικρομεσαίους επαγγελματίες- το γεγονός ότι αναγνωρίζουμε το πρόβλημα και λαμβάνουμε ειδική μέριμνα για να τους στηρίξουμε, τονίζω, ειδικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που όντως πολλές από αυτές έπαθαν ψυχολογικό ηλεκτροσόκ βλέποντας τις αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Γι’ αυτό και αναδρομικά ένα μέρος αυτών των αυξήσεων θα έρθουμε να το καλύψουμε τον μήνα Απρίλιο.
Διότι ο καλόπιστος κόσμος της εργασίας και της οικονομίας αναγνωρίζει ότι τα μέτρα απευθύνονται εκεί που πρέπει και όπως πρέπει. Τα μέτρα, ναι, το έχουμε πει από την πρώτη στιγμή, είναι στοχευμένα και δεν είναι οριζόντια. Γιατί είναι άδικο όταν πλήττονται όλοι να έχουν την ίδια προστασία και οι αδύναμοι και οι ισχυροί.
Τα μέτρα, όμως, είναι ταυτόχρονα και υπεύθυνα, γιατί κανένα μέτρο του σήμερα δεν επιτρέπεται, δεν μπορεί να ναρκοθετεί το αύριο. Όπως απέδειξε εξάλλου και η εμπειρία της πανδημίας, οι δημόσιοι πόροι πρέπει να κατανέμονται με τρόπο ώστε να διατηρούνται πάντα εφεδρείες.
Θυμάστε εσείς, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, τι λέγατε σε αυτήν εδώ την αίθουσα στην αρχή της πανδημίας; «Δώστε τα όλα. Δώστε τα όλα, δώστε περισσότερα, τώρα είναι η ανάγκη, τώρα πρέπει να τα μοιράσετε όλα». Και τι είπαμε εμείς; Δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει η πανδημία, δεν μπορούμε αυτή τη στιγμή να παρέχουμε στήριξη μεγαλύτερη από τις ανάγκες του προϋπολογισμού και οφείλουμε να κάνουμε τον προγραμματισμό μας έτσι ώστε να είμαστε καλυμμένοι και για το χειρότερο ενδεχόμενο, να χρειαστεί να επεκτείνουμε τη στήριξη σε βάθος χρόνου.
Αυτά δεν μας λέγατε στην πανδημία; Κι όμως, αναγνωρίστηκε από την κοινωνία και από την οικονομία συνολικά ότι ο τρόπος με τον οποίο κάναμε τις παρεμβάσεις ήταν και γενναιόδωρος εκεί που έπρεπε και μετρημένος, αλλά και αντικείμενο σοβαρού προγραμματισμού.
Το ίδιο, λοιπόν, ακριβώς κάνουμε και τώρα. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε πρωτοφανείς επάλληλες κρίσεις. Κανείς δεν μπορεί να ξοδεύει τους πόρους του εθνικού προϋπολογισμού αλόγιστα, με βάση μόνο τις ανάγκες του σήμερα. Αυτό θα ήταν πράξη ανεύθυνη. Ούτε εγώ, ούτε το οικονομικό επιτελείο είμαστε διατεθειμένοι να αναλάβουμε την ευθύνη μιας τέτοιας ανευθυνότητας.
Και όταν οι αναταράξεις βρίσκονται σε εξέλιξη, όταν δεν ξέρουμε ακόμα πώς θα τελειώσει αυτή η περιπέτεια, όταν ένα είναι βέβαιο, ότι η ηρωική αντίσταση των Ουκρανών δεν επέτρεψε στα σχέδια του Putin να τελειώσει αυτό τον πόλεμο μέσα σε μια εβδομάδα όπως θα ήθελε, όταν δεν ξέρουμε ακόμα τι αναταράξεις έχουμε μπροστά μας, δεν είναι δυνατόν να γίνεται συζήτηση για εμπροσθοβαρή βάρη, τα οποία θα οδηγήσουν με μαθηματική βεβαιότητα σε οπισθοβαρείς απώλειες οι οποίες τελικά θα είναι πολύ βαρύτερες.
Γι’ αυτό, εξάλλου, αυτή την πολιτική εισηγείται σε όλα τα κράτη ο ΟΟΣΑ, αυτή την πολιτική εισηγείται, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, αυτό μας λέει ακριβώς. Άνθρωποι οι οποίοι είναι κοντά στο ΣΥΡΙΖΑ, είναι όμως υποχρεωμένοι από τη θέση τους να επιδείξουν την απαραίτητη δημοσιονομική υπευθυνότητα την οποία όλοι οι Έλληνες σήμερα σε αυτήν την αίθουσα αναζητούν.
Γι’ αυτό και μιλάω πάντα για μέτρα με μέτρημα, κανένα μέτρο χωρίς μέτρημα και για επιλογές που συγκλίνουν προς τις ανάγκες της κοινωνίας, χωρίς όμως να αποκλίνουν από τις δυνατότητες της οικονομίας.
Και νομίζω ότι αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη μας διαφορά απέναντι στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία επιμένει να ζει στη γκρίζα σκιά του παλιού της εαυτού, του προγράμματος της Θεσσαλονίκης, των παρεμβάσεων «Μένουμε Όρθιοι 1, 2, 3», επανέρχεται σε νέα ανεφάρμοστα συνθήματα, κατευθείαν όλα αυτά κομμένα από το «λεφτόδεντρο» της αυταπάτης σας.
Αθροίσαμε το σύνολο των παρεμβάσεών σας, κ. Τσίπρα. Είναι περίπου 16 με 17 δισεκατομμύρια ευρώ. Συγχαρητήρια, τινάζετε ακόμα μία φορά τα πάντα στον αέρα. Και, βέβαια, αυτό αφορά μόνο το οικονομικό αποτύπωμα των όσων τάζετε με την ευκολία κάποιου ο οποίος βρίσκεται στα έδρανα της αντιπολίτευσης, μην έχοντας όμως συναίσθηση ότι τα έχετε ξανακάνει στο παρελθόν και οι πολίτες έχουν πολύ πικρή ανάμνηση από αυτά που τους τάξατε, όταν κάνατε ακριβώς τα ανάποδα.
Υπάρχει ένας κίνδυνος ακόμα, όμως, εκτός από τον προφανή δημοσιονομικό εκτροχιασμό που θα επέφερε η υιοθέτηση των μέτρων σας. Κι αυτός θα ήταν ο μηδενισμός του άυλου εθνικού κεφαλαίου που ακούει στο όνομα «αξιοπιστία της Ελλάδος στο εξωτερικό». Κάτι που σημαίνει ότι η οικονομία μας θα έπαυε να έχει την υποστήριξη των αγορών σε μία εποχή που εξακολουθεί να χρειάζεται να δανείζεται στις διεθνείς αγορές με λογικά επιτόκια και βέβαια θα έπαυε να είχε και τη συμπαράσταση των συμμάχων μας.
Έχω ξαναπεί ότι ο ανήφορος μπορεί να είναι δύσκολος, όμως με το σωστό σχέδιο μπορεί να μας οδηγήσει τελικά στον προορισμό. Ο κατήφορος μοιάζει πάντα πιο εύκολος ,όμως στο τέλος του καραδοκεί πάντα ο γκρεμός.
Σήμερα λοιπόν, ο τόπος έχει περισσότερο παρά ποτέ ανάγκη από ενότητα, από υπευθυνότητα, από σοβαρότητα. Και αυτό δεν αφορά μόνο την αξιωματική αντιπολίτευση, αφορά όλα τα κόμματα της Βουλής. Όχι μόνο γιατί πλήρωσε ακριβά τα ψεύτικα λόγια τα μεγάλα, αλλά κυρίως διότι οι τρέχουσες προκλήσεις, όπως αυτή της διεθνούς πληθωριστικής καταιγίδας την οποία αντιμετωπίζουμε, είναι προκλήσεις πρωτόγνωρες, που η παγκόσμια οικονομία έχει να συναντήσει ουσιαστικά από τις δύο μεγάλες ενεργειακές κρίσεις της δεκαετίας του ’70. Και διότι, βεβαίως, η ίδια η ακρίβεια δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς ακριβή στοιχεία.
Ας σταματήσει, λοιπόν, η παραχάραξη της πραγματικότητας και ας γίνει ένας διάλογος με βάση τα αληθινά δεδομένα. Όταν υπάρχει πόλεμος και παγκόσμιος σεισμός, δεν μπορεί οι ευθύνες να αναζητούνται μέσα στη χώρα.
Αλλά αναρωτιέμαι πραγματικά αν αμφισβητείτε το γεγονός, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι το πρόβλημα της ακρίβειας είναι παγκόσμιο. Μιλούσατε κάποτε για «ύφεση Μητσοτάκη», στην αρχή της πανδημίας. Μετά ήρθε ανάπτυξη 8,5%, δεν μιλούσατε για «ανάπτυξη Μητσοτάκη». Μιλούσατε για «πανδημία Μητσοτάκη». Τώρα μιλάτε για «ακρίβεια Μητσοτάκη».
Νομίζετε ότι οι πολίτες που σας ακούν δεν έχουν αντίληψη τι συμβαίνει σήμερα στον κόσμο; Δεν βλέπουν, δηλαδή, ότι δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο -σίγουρα δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη- που δεν αντιμετωπίζει παρεμφερή μεγάλα προβλήματα ακρίβειας;
Δεν υπάρχουν ηγέτες, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, που όλοι μας, όταν συζητάμε μεταξύ μας, παλεύουμε να βρούμε τη σωστή ισορροπία μεταξύ του να στηρίξουμε την κοινωνία χωρίς να εκτρέψουμε τους προϋπολογισμούς μας, και ταυτόχρονα να προσπαθούμε να αναζητούμε λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Πάλι η Ελλάδα, δηλαδή, θεωρείτε ότι είναι μία μοναδική εστία ακρίβειας σε ένα κόσμο ο οποίος ευημερεί; Και πραγματικά πιστεύετε ότι με αυτή την λογική, με αυτά τα επιχειρήματα, θα βελτιώσετε τη δημοσκοπική σας εικόνα και την αξιοπιστία σας στην κοινωνία; Έχω μεγάλες αμφιβολίες.
Κανείς δεν είπε και κανείς υπεύθυνος πολιτικός δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση μπορεί να καλύψει όλες τις απώλειες εισοδήματος από αυτή την πρωτοφανή παγκόσμια πληθωριστική κρίση.
Αυτό το οποίο μπορούμε να κάνουμε -όπως σας είπα- είναι να τις περιορίσουμε. Και να κάνουμε συνειδητές επιλογές -στο πλαίσιο του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου που έχουμε- ποιους θα στηρίξουμε: αν θα στηρίξουμε τους πιο ευάλωτους ή αν θα στηρίξουμε και τους έχοντες και κατέχοντες. Και με βάση αυτές τις επιλογές που κάνουμε θα φανεί τελικά ποιος έχει πραγματικό κοινωνικό πρόσημο ή ποιος είναι ουσιαστικά γιαλαντζί προοδευτικός για να ακούγεται ευχάριστος στα αυτιά όλων των ψηφοφόρων.
Επαναλαμβάνω, κινούμαστε σε δύο επίπεδα: αύξηση των μισθών με τη σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού που θα ανακοινωθεί σε λίγες εβδομάδες από τώρα και ταυτόχρονα τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Και βέβαια, κάτι με το οποίο δεν νομίζω ότι κανείς μπορεί να διαφωνεί, είναι ότι η πολιτεία οφείλει να αγρυπνά και να προστατεύει τον καταναλωτή από την αισχροκέρδεια που δυστυχώς παραμονεύει σε κάθε κρίση.
Τον τελευταίο μήνα έγιναν σχεδόν 3.500 έλεγχοι. Από πρατήρια καυσίμων μέχρι τα σούπερ μάρκετ, μέχρι το χονδρεμπόριο. Τα αρμόδια Υπουργεία βρίσκονται σε διαρκή επιφυλακή, έτσι ώστε να προσθέτουν στην φαρέτρα τους νέα μέτρα ελέγχου, όπως π.χ. η σημερινή ανακοίνωση ότι πρέπει όλα τα αποθέματα στα σιτηρά να δηλώνονται σε σχετική πλατφόρμα ώστε να αποφεύγεται η κερδοσκοπία.
Αυτό κάνουμε, ελέγχουμε την αγορά, διαπιστώνουμε παραβάσεις, 841 -επειδή μιλάτε για έλεγχο, και εσείς το έχετε πει, κ. Κατρίνη, της αισχροκέρδειας- σας ενημερώνω, 841 παραβάσεις. Έχουν βεβαιωθεί πρόστιμα σχεδόν 500.000 ευρώ και αυτό θα συνεχιστεί. Όπως θα δρομολογηθεί και ο έλεγχος στα έσοδα των μεγάλων επιχειρήσεων ενέργειας ώστε να εξεταστεί πού υπήρχαν υπερκέρδη τα οποία να οφείλονται στη συγκυρία της διεθνούς αναταραχής.
Και απορώ, κυρίες και κύριοι της αντιπολίτευσης που δίνετε μεγάλη μάχη γι’ αυτό, γιατί δεν έχετε προσέξει ότι είναι κάτι το οποίο έχω πει επανειλημμένως. Σας επαναλαμβάνω, λοιπόν, και σήμερα ότι έχω ήδη δώσει εντολή στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, που είναι ο μόνος αρμόδιος φορέας, να αρχίσει να αναλύει τα στοιχεία όλων των εταιρειών ενέργειας από τον περασμένο Οκτώβριο έως σήμερα. Και με βάση το πόρισμα της ΡΑΕ θα κινηθεί η κυβέρνηση.
Θέλω να τονίσω ότι δεν είναι μία εύκολη άσκηση, είναι μία πολύ δύσκολη τεχνικά άσκηση διότι η τοπική αγορά συνδέεται με την παγκόσμια, με την ευρωπαϊκή αγορά, μέσα από πολυδαίδαλες διαδρομές. Δεν προσφέρεται, συνεπώς, ούτε για εύκολα συνθήματα, απαιτεί τεκμηριωμένη δουλειά.
Ένα όμως είναι σίγουρο: εκεί που θα διαπιστωθούν υπερκέρδη, οι εταιρείες θα κληθούν να συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση των απωλειών που είχαν οι πολίτες. Γιατί, ναι, οι αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου, του ρεύματος, του πετρελαίου είμαι βέβαιος -θα φανεί αυτό όταν τελειώσει αυτή η άσκηση- έχει οδηγήσει σε αυξημένα κέρδη στις επιχειρήσεις ενέργειας, τα οποία…
(Ομιλία μακριά από το μικρόφωνο από τα βουλευτικά έδρανα)
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί όταν συμφωνούμε σε κάτι πρέπει να φωνασκείτε. Δεν το καταλαβαίνω. Όλοι σε αυτή την αίθουσα συμφωνούμε ότι αυτή είναι η σωστή πολιτική. Λοιπόν, γιατί φωνάζετε; Πώς θα το κάνουμε αυτό; Θα συγκρίνουμε τα κέρδη με κέρδη προηγούμενων ετών. Όμως εκεί που θα διαπιστωθούν υπερβάσεις αυτές θα επιστραφούν στην κοινωνία, διότι οι πολεμικοί καιροί απαιτούν αλληλεγγύη, απαιτούν μοίρασμα των βαρών. Δεν θα διστάσω, λοιπόν ούτε εγώ, ούτε το οικονομικό επιτελείο, να νομοθετήσουμε έκτακτη εισφορά εκεί που υπάρχουν τέτοια κέρδη.
(Ομιλία μακριά από το μικρόφωνο από τον Σωκράτη Φάμελλο)
Μας ρωτάτε πότε. Εύλογο το ερώτημά σας, κ. Φάμελλε. Η απάντηση είναι: με το που θα έχουμε στα χέρια μας το πόρισμα της ΡΑΕ το οποίο θα πιστοποιεί πόσα είναι τα κέρδη αυτά για να τα φορολογήσουμε. Αφού δεν ξέρουμε ακόμα πόσα είναι.
(Ομιλία μακριά από το μικρόφωνο από τα βουλευτικά έδρανα)
Καταλαβαίνω τον εκνευρισμό σας. Ίσως περιμένατε να ακούσετε άλλα πράγματα από αυτά τα οποία ανακοινώνουμε.
Επαναλαμβάνω, θα ήταν πολύ πιο θετικό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να ομονοήσουμε στο προφανές παρά να ψάχνετε να βρείτε ευκαιρίες για αντιπολίτευση όταν ουσιαστικά συμφωνούμε σε μια πολιτική που είμαι σίγουρος ότι τελικά θα υιοθετηθεί από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Όμως, μιας και μιλάτε για υπερκέρδη. Ναι, υπερκέρδη υπάρχουν στην Ελλάδα, αλλά τα μεγάλα υπερκέρδη δεν είναι στις ελληνικές επιχειρήσεις. Τα μεγάλα υπερκέρδη είναι στους πρωτογενείς πωλητές και παραγωγούς φυσικού αερίου. Αν πιστεύετε λοιπόν ότι αυτή η παρέμβαση η οποία θα γίνει -και στην έκταση που θα εντοπιστούν τα υπερκέρδη αυτά θα φορολογηθούν και θα επιστραφούν στην κοινωνία- να μην έχετε καμία αυταπάτη ότι αυτό, ως δια μαγείας, θα κλείσει τη δημοσιονομική τρύπα και ξαφνικά θα μπορούμε να υπερκαλύψουμε με αυτό τον τρόπο όλες τις απώλειες.
Διότι η γενεσιουργός αιτία των απωλειών -θα το επαναλάβω ακόμα μια φορά- είναι η πρωτογενής αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου στην χονδρική αγορά. Με άλλα λόγια, αυτοί που θησαυρίζουν σήμερα είναι αυτοί που παράγουν φυσικό αέριο: η Ρωσία, οι χώρες που πουλάνε LNG. Εμείς εδώ στην Ευρώπη, δυστυχώς, είμαστε καταναλωτές και διαμεσολαβητές.
Στο βαθμό, όμως, που υπάρχουν υπερκέρδη αυτά θα φορολογηθούν. Και, ναι, η Ευρώπη έχει ένα μεγάλο έλλειμμα ενεργειακής αυτονομίας, όπως έδειξε αυτή η κρίση. Γι’ αυτό και ό,τι κάναμε με τα εμβόλια, με την κοινή προμήθεια μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού, πρέπει -το επαναλαμβάνω- πρέπει τώρα να γίνει και με την αγορά και με την αποθήκευση του φυσικού αερίου.
Έχουμε μεγάλη ισχύ. Η ισχύς των Βρυξελλών είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν κάθε κράτους μεμονωμένα. Είναι άλλο η Ελλάδα να διαπραγματεύεται διμερώς για τα 7 BCM που χρειάζεται κάθε χρόνο, δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Και είναι άλλο η Ευρώπη να διαπραγματεύεται για τα 400 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα τα οποία απαιτούνται συνολικά για τις ευρωπαϊκές ανάγκες.
Θα ωφεληθούμε μόνο. Οι μικρότερες χώρες θα ωφεληθούν από μια τέτοια πολιτική. Θα ενισχύσω με θέρμη αυτή την πρόταση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το οποίο ξεκινάει αύριο και θα ολοκληρωθεί μεθαύριο.
Και αυτό θα μας επιτρέψει πραγματικά, ως Ευρώπη, να διαμορφώσουμε τιμές στην αγορά του φυσικού αερίου οι οποίες θα είναι προς όφελος της βιομηχανίας μας, των ηλεκτροπαραγωγών, των καταναλωτών τελικά ηλεκτρικής ενέργειας. Διότι αυτοί είναι οι μεγάλοι ζημιωμένοι από τις αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου.
Και, ναι, πρέπει να επιταχυνθούν οι ρυθμοί αξιοποίησης και των εθνικών ενεργειακών πόρων. Από τη μία μεριά θα απλοποιήσουμε και άλλο το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Είναι μία κατεύθυνση την οποία δίνει συνολικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η φθηνότερη πηγή ενέργειας την οποία έχει σήμερα στη διάθεσή της η χώρα μας. Είναι εγχώρια, κανείς δεν μπορεί να μας την πάρει, κανείς δεν μπορεί να μας την χρεώσει. Και οφείλουμε να υλοποιήσουμε πλήρως το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα και να υπερδιπλασιάσουμε την παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2030. Είτε μιλάμε για ενέργεια από τον αέρα, στην ξηρά αλλά και στη θάλασσα -διότι ανοίγεται μια πολύ μεγάλη ευκαιρία σήμερα να μπορέσουμε να χωροθετήσουμε μεγάλα αιολικά πάρκα και στις θαλάσσιες ζώνες μας- είτε μιλάμε για τον ήλιο, είτε μιλάμε για ακόμα πιο καινοτόμες μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που ενδεχομένως να μπορούν να αναπτυχθούν τα επόμενα χρόνια.
Όπως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα επανέλθει η προσοχή μας και στα δυνητικά εγχώρια κοιτάσματα φυσικού αερίου δυτικά και νότια της Κρήτης και στο Ιόνιο. Οφείλουμε πρώτα και πάνω απ΄ όλα -και θα κάνουμε συγκεκριμένες ανακοινώσεις για το ζήτημα αυτό την επόμενη εβδομάδα- να γνωρίζουμε τι δυνητικά κοιτάσματα υπάρχουν κι αν αυτά είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα.
Οι πυλώνες αυτοί: εγχώρια, ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, διερεύνηση των όποιων δυνητικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου υπάρχουν, σε συνδυασμό με τις διασυνδέσεις -όπως αυτή που δρομολογείται με την Αίγυπτο- είναι ο κορμός του αυριανού εθνικού ενεργειακού μας μείγματος.
Κύριε Πρόεδρε, κλείνω με την εξής σκέψη: πρώτος εγώ θα ήθελα, ποιος Πρωθυπουργός, ποιος Υπουργός δεν θα ήθελε να έχει ένα μαγικό ραβδί για να μπορεί να ανακοινώνει δημοσιονομικές πρωτοβουλίες που να καλύπτουν όλους για όλα. Όμως δεν είμαι πρόθυμος να ρισκάρω, δεν είμαι διατεθειμένος να ρισκάρω, την πορεία του τόπου για να φανώ πρόσκαιρα αρεστός. Μόνο με την αλήθεια, κοιτώντας τους πολίτες στα μάτια, μπορούμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες.
Είναι αλήθεια πως θα αφήσουμε πίσω μας και αυτή την τρικυμία, όπως το κάναμε με το μεταναστευτικό, με τις μεγάλες εθνικές κρίσεις, με την πανδημία. Θα το κάνουμε με αποφασιστικότητα, θα το κάνουμε με ωριμότητα, εξαντλώντας τα περιθώρια των δυνάμεών μας, χωρίς όμως να εξαντλούμε τις δυνατότητές μας.
Και κάτι τελευταίο, κ. Τσίπρα. Σε τέτοιες ώρες δεν μπορεί να ακούγονται φωνές για εκλογές. Είναι ώρες συσπείρωσης. Δεν είναι ώρες αντιπαράθεσης. Πολύ περισσότερο όταν αυτές οι φωνές προέρχονται από ένα κόμμα το οποίο έταξε στους πάντες τα πάντα, για να πάρει τελικά πολλά από τους πάντες.
Το παρελθόν σας, σας καταδιώκει ως προς το αίτημα για εκλογές και ως προς αυτή την φαντασίωση την οποία προβάλλετε, ότι δήθεν υπάρχει κάποια μαγική λύση και αυτή η «χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης» εάν φύγει ως δια μαγείας και έρθετε εσείς, θα λύσετε όλα τα προβλήματα.
Μα τα έχετε ξαναπεί αυτά. Τα έχετε ξαναπεί και έχετε δοκιμαστεί στην πράξη. Και εν πάση περιπτώσει, αφήστε κατά μέρους αυτό το αίτημα απελπισίας. Εκλογές θα γίνουν -όπως σας έχω πει πολλές φορές και μέχρι στιγμής η αλήθεια επιβεβαίωσε αυτά τα οποία λέω εγώ και όχι αυτά που λέτε εσείς- όπως ορίζει το Σύνταγμα, στο τέλος της τετραετίας. Μη σπέρνετε την αβεβαιότητα με δική σας υπαιτιότητα. Άρα, μη ζητάτε εκλογές, γιατί πρώτον ξέρετε ότι δεν θα γίνουν και δεύτερον ξέρετε ότι όποτε και να γίνουν, θα τις χάσετε. Επομένως, τσάμπα χάνετε την ενέργειά σας ζητώντας εκλογές.
Και παρά τα δικαιολογημένα παράπονα, ο πολίτης αντιλαμβάνεται σήμερα ότι το πρόβλημα το οποίο ζούμε αφορά ολόκληρο τον πλανήτη. Αφορά σίγουρα ολόκληρη την Ευρώπη. Ο πολίτης αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Ότι αυτή η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί στο πλαίσιο των δυνάμεών μας για να σταθεί δίπλα του. Γι’ αυτό και δεν δωρίζει ο πολίτης την παροδική του αγανάκτηση σε αυτούς που ξέρει πολύ καλά τι έκαναν χθες, αλλά και πόσο ανίκανοι είναι απέναντι στο αύριο.
Από εμάς, λοιπόν, ζητά δουλειά και αποτέλεσμα. Και εγώ από την αντιπολίτευση ζητώ προτάσεις, κοστολογημένες προτάσεις. Έχετε μία ευθύνη, και εσείς και όποιος άλλος πολιτικός αρχηγός ανέβει στο βήμα, οποιαδήποτε πρόταση κατατεθεί σήμερα να μας πει πόσο στοιχίζει και από πού θα βρεθούν τα χρήματα.
Εμείς καταθέσαμε ένα πακέτο 1,1 δισ. και είπαμε τόσο μπορούμε. Αυτό αντέχουμε. Εσείς τα 4, 5, 6, 7 δισεκατομμύρια πρώτον θα μας τα κοστολογήσετε, αν θέλετε να έχετε στοιχειώδη αίσθηση υπευθυνοτητας, και δεύτερον θα πρέπει να μας πείτε ποιους φόρους θα αυξήσετε για να μπορέσετε να τα χρηματοδοτήσετε. Τότε πραγματικά θα μπορείτε, ενδεχομένως, να έχετε διεκδικήσει, κ. Τσίπρα, για εσάς το δικαίωμα τουλάχιστον ο ελληνικός λαός να αρχίσει πάλι να σας ακούει.
Σας ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου