Ευρωεκλογές 2019: Η «κόπωση» της Ευρώπης και οι κίνδυνοι του διογκούμενου ευρωσκεπτικισμού
«Η Ευρώπη είναι μία σκέψη που πρέπει να γίνει συναίσθημα» είχε γράψει τον περασμένο Σεπτέμβρη σε άρθρο του στη γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung ο φρόντμαν των U2, Μπόνο. Λίγους μήνες μετά, ένας αξιωματούχος στα υψηλά κλιμάκια των ευρωπαϊκών θεσμών, ο Μαργαρίτης Σχοινάς υιοθετούσε, στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, τη φράση αυτή, με την παραδοχή πως η Ευρώπη έχει γίνει υπερβολικά τεχνική. Πως ίσως χρειάζεται περισσότερη «καρδιά» για να γίνει ξανά ελκυστική στους πολίτες της.
Επτά δεκαετίες μετά τη σύλληψη της ευρωπαϊκής ιδέας, τα οράματα των «πατέρων» της μοιάζουν στα μάτια κάποιων – όχι λίγων – παρωχημένα. Τα τελευταία χρόνια στις λογής έρευνες ινστιτούτων, ιδρυμάτων ακόμη και ευρωπαϊκών θεσμών καταγράφεται μια τάση πολιτικής απάθειας προς τα ευρωπαϊκά κοινά, μία αμφισβήτηση στους θεσμούς και το ρόλο τους, μία έντονη αποστασιοποίηση από το ίδιο το ευρωπαϊκό όραμα – αποστασιοποίηση που κυμαίνεται από τον ευρωσκεπτικισμό, τη θεμιτή κριτική διάθεση με την οποία (οφείλει να) αντιμετωπίζει τα πράγματα ένας πολίτης έως τον αντιευρωπαϊσμό, την πλήρη ματαίωση του ευρωπαϊκού ιδεώδους.
Οι τάσεις αυτές, προφανώς όχι δίχως αιτία, έχουν συνέπειες που επηρεάζουν την ευρωπαϊκή καθημερινότητα των πολιτών και δυναμική που πολλοί φοβούνται πως θα αφήσει βαρύ αποτύπωμα στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Δύο πρώην και επί μακρόν ευρωβουλευτές οι οποίοι έζησαν την Ευρώπη σε μία εποχή όπου το όραμα των Ευρωπαίων «πατέρων» ήταν φρέσκο και το ενδιαφέρον των πολιτών ζωηρό αλλά και ένας καθηγητής με ειδίκευση στα ευρωπαϊκά θέματα αναλύουν στο CNN Greece το φαινόμενο του διογκούμενου ευρωσκεπτικισμού στη Γηραιά Ήπειρο του 2019 καθώς και το αν και με ποιο τρόπο η Ευρώπη μπορεί να ανακτήσει την αλλοτινή της δυναμική.
Μία Ευρώπη «σκληρόκαρδη»
«Γεννήθηκε» ως ΕΚΑΧ (Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα) σε μία Ευρώπη παραπαίουσα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εξελίχθηκε σε ΕΟΚ. Στη συνέχεια σε Ευρωπαϊκή Ένωση των λίγων, έπειτα, των περισσότερων, με την μετουσίωσή της στην Ευρώπη των πολλών να παραμένει το ζητούμενο. Ως εγχείρημα σε εξέλιξη, λοιπόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση «μεγάλωνε», μαθαίνοντας. Και παρότι αναπόφευκτα, αν όχι επιβεβλημένα, τα λάθη, τα κενά και οι παραλείψεις της εξελικτικής αυτής διαδικασίας φαίνεται πως της στοίχισαν ακριβά.
«Η Ευρώπη έχει καρδιά αλλά είναι αυτό που λέμε στα ελληνικά ‘σκληρόκαρδη᾿ Είναι σκληρή απέναντι στα συναισθήματα των λαών», αναφέρει ο Αλέκος Αλαβάνος, ένας από τους μακροβιότερους ευρωβουλευτές με θητεία 23 χρόνων, κάτι που, όπως προσθέτει, έχει οδηγήσει σε ένα φαινόμενο αμφισβήτησής της και, μάλιστα, από γωνιές που είναι ανησυχητικές, κάνοντας αναφορά στην εξάπλωση της ακροδεξιάς, των ρατσιστικών και ξενοφοβικών κινημάτων.
«Ήταν πράγματι φρέσκο το ενδιαφέρον των πολιτών, από την άλλη μεριά στην Ελλάδα υπήρχε ένας διχασμός σχεδόν της κοινής γνώμης. Η μία άποψη ήταν να μπούμε μέσα στις τότε ευρωπαϊκές κοινότητες – ήταν και πλειοψηφική – αλλά υπήρχε και μία ισχυρή μειοψηφική άποψη που εκφραζόταν στον αριστερό – κεντροαριστερό χώρο (στον οποίο ανήκα κι εγώ) που ήταν αντίθετη κι έτσι πέρασε, η είσοδός μας συνοδεύτηκε από μία πολιτική και ιδεολογική διαπάλη», εξηγεί μεταξύ άλλων ο κ.Αλαβάνος ο οποίος έδωσε το «παρών» στα έδρανα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου από τον Οκτώβριο του 1981 έως τον Απρίλιο του 2004 - Eurokinissi/ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ
«Με το πέρασμα του χρόνου, η λειτουργία των θεσμών απέκτησε ιδιαζόντως τεχνικό χαρακτήρα και παραμερίστηκαν οι κλασικές ευρωπαϊκές ιδέες ως το σύστημα να έχει μπει στον αυτόματο πιλότο», λέει η Μαριέττα Γιαννάκου, ευρωβουλεύτρια την περίοδο 2009 – 2014.
«Υπάρχει μία κάμψη του ενθουσιασμού και εμπιστοσύνης για την Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια, συγκρίνοντάς το με τα δεδομένα προ κρίσης ή με τα δεδομένα προηγούμενων δεκαετιών. Είναι σαφές πως ο δείκτης εμπιστοσύνης στην Ε.Ε και τους θεσμούς συνδέεται πολύ ισχυρά με τις κρίσεις που διέρχονται οι επιμέρους χώρες της Ε.Ε – και οι κρίσεις της Ευρωζώνης ήταν ένα πολύ ισχυρό πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς», επιβεβαιώνει ο Γιώργος Παγουλάτος, Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ, εξηγώντας πως, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο του Φθινοπώρου, η χώρα στην οποία καταγράφεται ο χαμηλότερος δείκτης εμπιστοσύνης στην ΕΕ είναι η Ελλάδα - ακολουθούμενη από τη Βρετανία, την Τσεχία, τη Γαλλία, την Ιταλία - επισημαίνοντας, ωστόσο, πως στις χώρες αυτές καταγράφεται χαμηλός δείκτης εμπιστοσύνης και στους εθνικούς θεσμούς.
Ωστόσο, η βαθιά απογοήτευση των πολιτών δεν συνεπάγεται απόρριψη της Ευρώπης – ακόμη και σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία που παρά τη δυναμική των ακροδεξιών κομμάτων, οι δείκτες εμπιστοσύνης στην Ε.Ε παραμένουν υψηλοί. Όπως σημειώνει ο κ. Παγουλάτος, σε όλες τις χώρες της Ε.Ε, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων με τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη, κατά μέσον όρο το 70% των πολιτών αισθάνεται πολίτης της Ε.Ε ενώ η πλειοψηφία των πολιτών τάσσονται υπέρ της παραμονής της χώρας τους τόσο στην Ε.Ε όσο και στην Ευρωζώνη.
Ο απερχόμενος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναγνωρίζοντας τις μεγάλες προκλήσεις της Ευρώπης, είχε χαρακτηρίσει ως "Επιτροπή της τελευταίας ευκαιρίας" την Κομισιόν, κατά την ανάληψη της προεδρίας της - EPA/OLIVIER HOSLET
Τις πταίει;
«Οι θεμελιωτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφιέρωσαν υπερβολικά πολύ χρόνο σχεδιάζοντας τις τεχνικές παραμέτρους του εγχειρήματος, ώστε παραμέλησαν να καλλιεργήσουν την πραγματική ευρωπαϊκή ταυτότητα. Κάτι στο οποίο οι λαοί θα μπορούσαν να πιστέψουν όχι για λόγους λογικής αλλά συναισθήματος και ιδεαλισμού», γράφει ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, Φράνσις Φουκουγιάμα στο νέο του βιβλίο «Identity: The Demand for Dignity and the Politics of Resentment». Είναι, λοιπόν, το «πλεόνασμα» τεχνικοτήτων και το «έλλειμμα» καρδιάς που έχουν δημιουργήσει ένα χάσμα επικοινωνίας μεταξύ λαών και ευρωπαϊκής ηγεσίας; Ήταν οι δύο, μεγάλης έντασης, κρίσεις (δημοσιονομικήκαι μεταναστευτική) και η ανεπαρκής διαχείρισή τους από τα ευρωπαϊκά όργανα που κλόνισαν την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων πολιτών; Είναι η τάση «εθνικοποίησης» των ευρωπαϊκών επιτυχιών και «κοινοτικοποίησης» των αποτυχιών από τις εθνικές κυβερνήσεις; Είναι η αποτυχία της Ευρώπης να εξασφαλίσει συνθήκες ασφάλειας στην απασχόληση στη νέα γενιά των εκλογικά ενεργών πολιτών της; Είναι η κόπωση των ίδιων των πολιτών απέναντι σε μια γραφειοκρατική, άκαμπτη, τεχνοκρατική, συστημική ηγεσία που την κρίσιμη στιγμή απέτυχε να υλοποιήσει όσα ευαγγελιζόταν, αφήνοντας μετέωρους τους πολίτες της;
«Δυστυχώς οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρώτα απ’ όλους αντί να δείξουν μεγαλύτερη ενότητα αντιλαμβανόμενες ότι κανένα κράτος-μέλος μόνο του δεν είναι τίποτα σπουδαίο στο διεθνές σύστημα, επιδόθηκαν σε έναν αγώνα του τύπου “ό,τι είναι καλό έρχεται από τις κυβερνήσεις και ότι είναι δυσάρεστo έρχεται από τις Βρυξέλλες”», επισημαίνει η κα. Γιαννάκου, σημειώνοντας: «Ο ευρωσκεπτικισμός άρχισε να επεκτείνεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε κάποιο βαθμό και στα άλλα όργανα της Ένωσης. Αντί να παραμεριστούν μικροσυμφέροντα προκειμένου να ισχυροποιηθεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα οι υπεύθυνοι πολιτικοί διαγκωνίζονταν ποιος θα παρουσιάσει στη χώρα του ότι υπηρετεί καλύτερα τα εθνικά συμφέροντα. Η ίδια πολιτική επεκράτησε και στα εθνικά κοινοβούλια παρά το γεγονός ότι αυτά απέκτησαν ισχυρότερο ρόλο με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, ενώ η πρωτοβουλία πολιτών έδωσε ισχυρότερο νόημα στη σχέση ευρωπαϊκών θεσμών και Ευρωπαίων πολιτών».
«Η Ευρώπη δεν είναι μόνο τεχνική, τεχνοκρατική, αποκομμένη από τις κοινωνίες, αλλά είναι πολύ μακριά από τις κοινωνίες. Ανάμεσα στ’ άλλα, είναι εγκλωβισμένη μέσα στη χρηματιστική ολιγαρχία, την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια», προσθέτει ο κ. Αλαβάνος.
«Χρειάζεται να επιστρέψουμε στις ιδέες και τις αξίες των δημιουργών του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Εκείνοι που πήραν αποφάσεις υπό το βάρος του παρελθόντος που έπινξε στο αίμα την Ευρώπη, λέγοντας στην ουσία 'ποτέ πια'», τονίζει, μεταξύ άλλων, η κα. Γιαννάκου.
Ωστόσο, πέραν των ευθυνών των ευρωπαϊκών θεσμών και των εθνικών κυβερνήσεων αλλά και τις δύο μεγάλης έντασης κρίσεις που δοκίμασαν τα όρια και τις αντοχές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, ο κ. Παγουλάτος αναφέρεται και στην αλλαγή του πληθυσμιακού χάρτη των πολιτικά ενεργών πολιτών: «Υπάρχει ένα ενδιαφέρον ερώτημα στο Ευρωβαρόμετρο το οποίο ίσως οδηγεί στην απάντηση για το τι φταίει. Στο ερώτημα ‘ποια θεωρείτε τα πιο σημαντικά επιτεύγματα της Ε.Ε, τα δύο πιο σημαντικά επιτεύγματα με τα μεγαλύτερα ποσοστά είναι η ελεύθερη μετακίνηση και η Ειρήνη. Και τα δύο αυτά επιτεύγματα δε βρίσκονται στην ακμή τους. Η Ειρήνη θεωρείται κάτι δεδομένο για τις νεότερες γενιές (οι νεότερες γενιές Ευρωπαίων δεν έχουν ζήσει ποτέ την Ευρώπη των πολέμων), η γενιά των Ευρωπαίων με εμπειρία τους πολέμους έχει πλέον παροπλιστεί και φεύγει σιγά σιγά από τη ζωή. Και επίσης, η γενιά που γνώρισε και την Ευρώπη (και στην οποία δεν υπήρχε ελεύθερη μετακίνηση που ήταν η γενιά των Erasmus, οι σημερινοί σαραντάρηδες, πενηντάρηδες και άνω), είναι πια μια γενιά που σιγά σιγά έχει τις ευθύνες των αποφάσεων στα χέρια της αλλά αντικαθίσταται από μια γενιά που έχει γνωρίσει την Ευρώπη της ελεύθερης μετακίνησης και δεν εντυπωσιάζεται από αυτό, το θεωρεί κεκτημένο. Αντιθέτως, εκείνο που θεωρεί αποτυχία της Ευρώπης, είναι το να επιτύχει συνθήκες ασφάλειας στο χώρο εργασίας, ασφάλειας στην απασχόληση και θέσεων εργασίας. Οι νεότερες γενιές, μ’άλλα λόγια, που μπαίνουν στο παιχνίδι πολιτικά, εκλογικά, οι 18ρηδες, οι 20άρηδες, 25άρηδες, ακόμα και 30άρηδες, έχουν γνωρίσει την Ευρώπη της τελευταίας δεκαετίας, ή ακόμα και των δύο τελευταίων δεκαετιών, που είναι μία Ευρώπη που, λειτουργώντας στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, χαρακτηρίζεται από συνθήκες μεγάλων ευκαιριών, κινητικότητας και ελευθερίας, αλλά επίσης και υψηλής ανασφάλειας και υψηλών ποσοστών ανεργίας. Και ιδίως στις χώρες στις οποίες η ανεργία είναι υψηλή, καταλαβαίνει κανείς πως ο βαθμός απογοήτευσης με το στάτους κβο είναι μεγάλος».
Η Ευρώπη σε εντροπία και η απειλή της ακροδεξιάς
Η αναποτελεσματικότητα της Ευρώπης να εκπληρώσει όσα είχε υποσχεθεί στους πολίτες της, οδήγησαν στην απαξίωση, κατάσταση που εδώ και καιρό εκμεταλλεύονται οι λογής αντισυστημικοί. «Για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια, τα αντισυστημικά κόμματα αναμένεται να δώσουν τέλος στην κυριαρχία της συστημικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση», προβλέπει το CNBC.
«Στοχεύοντας στο αντιμεταναστευτικό, ισλαμοφοβικό, αντισημιτικό αίσθημακαι εκμεταλλευόμενοι τη λαϊκή οργή για τη λιτότητα και την υπεροψία των Βρυξελλών, οι λαϊκιστές στοχεύουν στην επαναβεβαίωση της υπεροχής της κατά τόπους εθνικής ταυτότητας και τον εκτροχιασμό από τις ράγες της ολοκλήρωσης το ευρωπαϊκό εγχείρημα», γράφει χαρακτηριστικά ο Simon Tisdall στον Guardian.
Εδώ και μήνες υπάρχει έντονη κινητοποίησή τους, προκειμένου να κεφαλαιοποιήσουν τη διογκούμενη δυσαρέσκεια των πολιτών και να «αβγατίσουν» τα πολιτικά κέρδη τους. Προφανώς τα κόμματα αυτά δεν θα πάρουν τον έλεγχο της Ευρώπης. Θα καταφέρουν, όμως, με την ενισχυμένη παρουσία τους στα έδρανα του ευρωκοινοβουλίου να εντείνουν τις πιέσεις σε θέματα κρίσιμα και με μεγάλη πόλωση, να περιπλέξουν τη διαδικασία εκλογής της νέας Επιτροπής, να τροχοπεδήσουν την ευρωπαϊκή διεύρυνση.
«Θα έλεγα πως η Ευρώπη έχει τη μεγάλη ευλογία σήμερα να ενώνεται χάρη στους αντιπάλους της. Για πρώτη φορά έχει εχθρούς η Ευρώπη: Έχει το Brexit, έχει τους Brexiters, έχει τους ακροδεξιούς, τους εθνικιστές, τους αρνητές της κλιματικής αλλαγής, τους ρατσιστές και τους ξενόφοβους. Και νομίζω πως η συνειδητοποίηση των εχθρών είναι η πιο δυνατή γενεσιουργός δύναμη ενότητας των Ευρωπαίων και αναζωογόνησης και του ευρωπαϊκού οράματος» επισημαίνει ο κ.Παγουλάτος - Photo: www.pagoulatos.eu
«Υπάρχουν ρεύματα τα οποία αρνούνται εντελώς το σημερινό υπόδειγμα της ΕΕ και θα έλεγα πως το είχε εκφράσει πολύ καλά ο κ.Γιούνκερ που έλεγε πως η Ε.Ε έχει ένα υπαρξιακό πρόβλημα. Αλλά όταν έχεις υπαρξιακό πρόβλημα, είτε πας στον ψυχίατρο, είτε γίνεσαι βουδιστής, είτε κάνεις μία μεγάλη ανασκόπηση και μία μεγάλη αλλαγή στη ζωή σου, πράγμα το οποίο είναι απαραίτητο. Η Ε.Ε έτσι που είναι – και φαίνεται αυτό από το θέμα του φαινομένου του Brexit – δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να είναι σε μία κατάσταση ας το πούμε εντροπίας και ασταθούς ισορροπίας», προβλέπει ο κ.Αλαβάνος και, ερωτώμενος αν πιστεύει πως η Ε.Ε έχει κάνει ή πρόκειται να κάνει αυτήν την ενδοσκόπηση, απαντά «ούτε κατά διάνοια», επικαλούμενος ως ηχηρό επιχείρημα τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε προσφάτως η Ελλάδα.
«Η φιλοευρωπαϊκή κεντρώα πλειοψηφία του ευρωκοινοβουλίου μπορεί να θεωρείται τυχερή που οι ευρωσκεπτικιστές είναι ανήμποροι να συνασπιστούν κάτω από μία πολιτική ‘ομπρέλα’», γράφει σε άρθρο του το Politico κι αυτό είναι το επιχείρημα πολλών για το ότι οι Κασσάνδρες περί σαρωτικής ανόδου της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού δεν θα επαληθευτούν.
«Η ακροδεξιά είναι μία εξαιρετικά ετερόκλητη υπόθεση διότι ο Σαλβίνι δε θα καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τη Χρυσή Αυγή ούτε το AfD με το Γιόμπικ της Ουγγαρίας. Η ακροδεξιά είναι διαιρεμένη. Είναι δύο, τρία ή τέσσερα ευρωπαϊκά κόμματα. Οι πιθανότητες να ενωθούν είναι περιορισμένες διότι δε συνυπάρχουν εύκολα. Επίσης, θυμίζω πως ένα μέρος της ακροδεξιάς (ο Ορμπάν, δηλαδή, αυτό που θεωρούμε ευρωσκεπτικιστική δεξιά ή ακροδεξιά) τυπικά ανήκει – ακόμη κι αν είναι σε αναστολή – στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Επομένως, δεν έχουμε μία ακροδεξιά ως μία παράταξη που μπορεί να απειλήσει κάποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου κι, οπωσδήποτε, δεν έχουμε μία απειλή για την πλειοψηφία των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων» επιβεβαιώνει ο κ. Παγουλάτος οποίος εξηγεί, μάλιστα, πως κανένα από τα ακροδεξιά και τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα δεν υποστηρίζει πλέον την έξοδο της χώρας του από το ευρωπαϊκό μπλοκ, αφενός γιατί όσα το έκαναν στο παρελθόν είδαν την πολιτική τους δύναμη να μειώνεται, αφετέρου γιατί τα ποσοστά των Ευρωπαίων πολιτών που υποστηρίζουν την παραμονή της χώρας τους στην Ένωση και το ευρώ παραμένουν σταθερά υψηλά.
Η... εκκολαπτόμενη σχέση των Όρμπαν-Σαλβίνι - που συναντήθηκαν τον περασμένο Σεπτέμβρη σε ενθουσιώδες κλίμα - είναι άλλη μία ένδειξη πως η λαϊκή δυσαρέσκεια αναζητά διεξόδους στα άκρα. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν πολλοί αναλυτές, η ευρωπαϊκή ακροδεξιά εμφανίζεται διαιρεμένη, δεν «χωράει» κάτω από την ίδια στέγη - AP Photo/Luca Bruno
«Η ροπή των προτιμήσεων προς τις πολιτικές αυτές δυνάμεις έχει σχέση με το πρόβλημα της οικονομικής μετανάστευσης και το προσφυγικό, καθώς και με τις υπεραπλουστεύεις που μεταχειρίζονται οι δημαγωγοί προκειμένου να πείσουν τους νέους ότι δήθεν υπάρχουν λύσεις, γρήγορες κι εύκολες για όλα τα προβλήματα», εκτιμά η κα. Γιαννάκου. Ενώ από την πλευρά του ο κ.Αλαβάνος εμφανίζεται πιο αισιόδοξος για το ότι, παρά την έντονη ανησυχία, «υπάρχει κι ένας δρόμος προς τις εκλογές, ώστε να μπορέσουμε να περιορίσουμε την ανησυχία όσο το δυνατό περισσότερο», κάνοντας ειδική μνεία στο «ενδιαφέρον φαινόμενο Μελανσόν» που κατάφερε, στις τελευταίες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, να εκφράσει ένα μεγάλο μέρος δυσαρεστημένων από τα συστημικά κόμματα που άλλοτε εξέφραζε η Μαρίν Λε Πεν και ο Εθνικός Συναγερμός (πρώην Εθνικό Μέτωπο).
Η επικαιροποίηση του ευρωπαϊκού οράματος
«Δεν υπάρχει άλλο μέλλον για τους λαούς της Ευρώπης παρά εντός της Ένωσης», είχε πει ο Ζαν Μονέ, ένας από τους αρχιτέκτονες της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Όμως, πόσο βιώσιμο είναι ένα κοινό μέλλον υπό τις παρούσες συνθήκες; Μπορεί να αναζωογονηθεί το ευρωπαϊκό όραμα. Και, τελικά, η επικαιροποίησή του είναι ζήτημα συλλογικής ή ατομικής ευθύνης;
«Αν δεν γίνει αυτή η μεγάλη τομή, να καταλάβει δηλαδή πως η Ευρώπη είναι των λαών, αυτό που πολλοί λένε αλλά το οποίο δεν ισχύει για κανέναν τρόπο, αν δεν δοθούν δυνατότητες δημοκρατικής λήψης αποφάσεων, αν δεν στήσουν αυτί στις εθνικές πραγματικότητες και στα εθνικά προβλήματα της κάθε χώρας μεμονωμένα καθώς δεν είναι ακριβώς τα ίδια, τότε η Ευρώπη θα συνεχίσει να οδηγείται σε αυτό το αδιέξοδο, το οποίο πολλοί εκμεταλλεύονται διάφοροι – ανάμεσα στους οποίους και η σημερινή ηγεσία των ΗΠΑ», επισημαίνει ο κ. Αλαβάνος, σημειώνοντας πως τα τρία πράγματα στα οποία θα επικεντρωνόταν αν ήταν σήμερα ευρωβουλευτής θα ήταν η μείωση του χάσματος μεταξύ πλούτου και φτώχειας, ο σεβασμός στην εθνική κυριαρχία κάθε χώρας και μία μεγάλη διεύρυνση της δημοκρατίας και της δυνατότητας διαχείρισης των κοινωνικών οντοτήτων, είτε σε επίπεδο χώρας είτε σε επίπεδο πόλης.
«Η Ευρώπη χρειάζεται ταυτόχρονα μυαλό και καρδιά και σ’ αυτό συνίσταται η ευθύνη των κυβερνήσεων των ευρωπαϊκών οργάνων και των εθνικών κοινοβουλίων ώστε να εργαστούν για την ισχυροποίηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Τεράστια σημασία εδώ έχει η επιλογή των προσώπων στην Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Χρειάζονται άτομα με ευρωπαϊκό όραμα, ισχυρές πεποιθήσεις και πολιτικές ικανότητες που θα ξαναφέρουν στο προσκήνιο την αξία της πολιτικής δίνοντάς της, γιατί όχι, και συναισθηματικό περιεχόμενο», υπογραμμίζει η κα Γιαννάκου.
«Αυτό που θα έλεγα πως είναι εξαιρετικά σημαντικό και πώς μπορεί να αναζωογονηθεί το ευρωπαϊκό όραμα, είναι να αποκτήσουμε συναίσθηση ως Ευρωπαίοι τού πόσο ιδιαίτερη και πόσο – παρά την κρίση και τις δοκιμασίες – σημαντικό και μοναδικό είναι αυτό το μέρος του κόσμου στο οποίο βρέθηκε να είμαστε πολίτες. Η Ευρώπη είναι το μοναδικό σύστημα, η μοναδική πολιτεία, που όχι μόνο λειτουργεί υπό συνθήκες κράτους δικαίου και δημοκρατίας και πολιτικών δικαιωμάτων αλλά που λειτουργεί υπό τις συνθήκες συστημάτων κοινωνικής προστασίας, κανόνων και σεβασμού και επιδίωξης περιβαλλοντικής προστασίας, έχοντας προτάξει την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Όλα αυτά είναι πράγματα τα οποία συνειδητοποιούμε μόνο αν συγκρίνουμε την Ευρώπη με άλλες γωνιές του πλανήτη», καταλήγει ο κ. Παγουλάτος.
Διαβάστε επίσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου