Moody's: Υποβαθμίζει την Ιταλία κατά μία κλίμακα στο Baa3... αλλά έχει και θετικά σχόλια
Το χρέος της Ιταλίας θα διατηρηθεί κοντά στο 130% του ΑΕΠ τονίζει ο οίκος Moody's
Σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ιταλίας στο Baa3 από Baa2 που ήταν πριν προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, με τις προοπτικές (outlook) να είναι σταθερές.
Όπως ήταν αναμενόμενο βασική αιτία της υποβάθμισης είναι η κατάθεση προσχεδίου προϋπολογισμού στο οποίο η κυβέρνηση της Ιταλίας θέτει ως στόχο για το έλλειμμα το 2,4%, γεγονός που κατά τον οίκο θα διατηρήσει στο τρέχον υψηλό επίπεδο του 130% του ΑΕΠ το χρέος της χώρας.
Ο οίκος αναφέρει ότι το χρέος θα αυξηθεί περαιτέρω καθώς η οικονομία της χώρας θα συνεχίσει να ακολουθεί αδύναμη πορεία.
Ως δεύτερη αιτία ο οίκος αναφέρει τις αρνητικές επιπτώσεις στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη από τη διακοπή των διαρθρωτικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα.
Σύμφωνα με την Moody's, τα δημοσιονομικά και οικονομικά σχέδια της κυβέρνησης δεν περιλαμβάνουν μια συνεκτική ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα μπορέσουν να στηρίξουν τις προοπτικές ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμη βάση.
Μετά από μια προσωρινή άνοδο στην ανάπτυξη λόγω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, ο οίκος αναμένει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ιταλίας θα υποχωρήσει περίπου στο 1%.
Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν τον γενικά ισορροπημένο κίνδυνο στο επίπεδο αξιολόγησης Baa3.
Σύμφωνα με την άποψη του Moody, η Ιταλία εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντική «αντοχή» στον πιστωτικό κίνδυνο, παρά τις περισσότερο αδύναμες δημοσιονομικές της προοπτικές.
Άλλωστε η Ιταλία εξακολουθεί να είναι μία μεγάλη οικονομία, με ευρεία διαφοροποίηση δραστηριοτήτων, ενώ διαθέτει μία σχεδόν ισορροπημένη επενδυτική θέση σε διεθνές επίπεδο.
Επίσης τα ιταλικά νοικοκυριά έχουν υψηλά επίπεδα πλούτου, ένα σημαντικό αποθεματικό ενάντια στους μελλοντικούς κραδασμούς και αποτελούν ως εκ τούτου μια δυνητικά σημαντική πηγή χρηματοδότησης για την κυβέρνηση.
Όπως αναφέρει στην ανάλυσή του ο οίκος Moody’s «Ο πρώτος λόγος της σημερινής υποβάθμισης στο Baa3 είναι η πρόσφατα ανακοινωθείσα μετατόπιση της δημοσιονομικής στρατηγικής με σημαντικά υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα για τα επόμενα τρία χρόνια σε σχέση με τις προηγούμενες προσδοκίες.
Η μετατόπιση προς μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική υποδηλώνει ότι αντί για πτώση κατά τα προσεχή έτη, όπως προβλεπόταν από τη δημοσιονομική κατεύθυνση της προηγούμενης κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας θα παραμείνει γύρω στο σημερινό 130% του ΑΕΠ, ένα επίπεδο που καθιστά την Ιταλία ευάλωτη στις μελλοντικά εγχώρια η εξωτερικά σοκ, ιδίως για την εξασθένηση της οικονομικής ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση στοχεύει σε δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης ύψους 2,4% του ΑΕΠ για το επόμενο έτος, υψηλότερο από το πιθανό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, το οποίο είναι περίπου 1,9% και είναι σημαντικά υψηλότερο από τις δεσμεύσεις της Ιταλίας βάσει των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα για το 2020 και το 2021 από 2,1% και 1,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, σε σύγκριση με μια ισορροπημένη θέση που στοχεύθηκε πριν.
Η κυβέρνηση στοχεύει σε δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης ύψους 2,4% του ΑΕΠ για το επόμενο έτος, υψηλότερο από το πιθανό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, το οποίο είναι περίπου 1,9% και είναι σημαντικά υψηλότερο από τις δεσμεύσεις της Ιταλίας βάσει των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα για το 2020 και το 2021 από 2,1% και 1,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, σε σύγκριση με μια ισορροπημένη θέση που στοχεύθηκε πριν.
Οι περισσότερες αυξήσεις των δαπανών της κυβέρνησης είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα, γεγονός που υποδηλώνει ότι θα είναι δύσκολο να αντιστραφούν.
Η σημαντική αναθεώρηση του ελλείμματος αντικατοπτρίζει ειδικότερα την εφαρμογή του εμβληματικού μέτρου του Κινήματος Πέντε Αστέρων, του λεγόμενου εισοδήματος του πολίτη, καθώς και των υψηλότερων δαπανών για κέντρα απασχόλησης και νέων μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης, τα οποία όπως εκτιμά η κυβέρνηση θα έχουν κόστος ισάξιο με το 0,8% του ΑΕΠ.
Η απόφαση να μην ενεργοποιηθεί μια προ-νομοθετημένη αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ συνεπάγεται απώλεια εσόδων 0,7% του ΑΕΠ το 2019.
Οι αυξημένες δημόσιες επενδύσεις θα απορροφήσουν περαιτέρω 0,2% του ΑΕΠ το 2019, ανεβαίνοντας στο 0,3% του ΑΕΠ έως το 2021.
Οι εκτιμήσεις του οίκου για έλλειμμα και χρέος
Η Moody's αναμένει υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα από ό, τι η κυβέρνηση, σε περίπου 2,5% του ΑΕΠ σε κάθε ένα από τα επόμενα τρία χρόνια.
Αυτό αντικατοπτρίζει (α) τη δηλωμένη πρόθεση των κομμάτων να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους για τα προσεχή έτη, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως δαπανηρών φορολογικών περικοπών τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά (βάσει της λεγόμενης πρότασης «ενιαίου φόρου») και β) τις πιο συντηρητικές, σε σύγκριση με την ιταλική κυβέρνηση, εκτιμήσεις της Moody's για την ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα έτη.
Ο οργανισμός αξιολόγησης αύξησε ελαφρώς τις προβλέψεις ανάπτυξής του τόσο το 2019 όσο και το 2020, δεδομένου ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει πράγματι να προσφέρει κάποια ώθηση στην ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, ενώ το δημόσιο επενδυτικό πρόγραμμα θα πρέπει να στηρίξει τις επενδύσεις.
Ωστόσο, η Moody's θεωρεί ότι οι προβλέψεις της κυβέρνησης είναι αισιόδοξες και τα υψηλότερα επιτόκια πιθανότατα θα περιορίσουν τη θετική επίδραση από τη χαλάρωση των δημοσιονομικών προοπτικών.
Άλλωστε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Ιταλίας δεν ενέκρινε τις μακροοικονομικές υποθέσεις της κυβέρνησης, κρίνοντας ότι είναι υπερβολικά αισιόδοξες.
Σύμφωνα με τις βασικές υποθέσεις της Moody's για τη δημοσιονομική πορεία και την οικονομική ανάπτυξη, ο δείκτης δημόσιου χρέους της Ιταλίας δεν θα μειωθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Θα παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερό με το σημερινό του 130% του ΑΕΠ, έναν από τους υψηλότερους δείκτες μεταξύ των χωρών που καλύπτει ο οίκος Moody's.
Το υψηλό επίπεδο χρέους της Ιταλίας περιορίζει σοβαρά την ικανότητα των αρχών να χρησιμοποιούν τη δημοσιονομική πολιτική για να μετριάσουν οποιαδήποτε μελλοντική οικονομική ύφεση, η οποία αναπόφευκτα θα συμβεί.
Στην έκθεση τονίζεται ότι μπορεί να υπάρξει περαιτέρω υποβάθμιση της αξιολόγησης εάν η ιταλική κυβέρνηση ανακοινώσει νέα μέτρα ακόμη πιο επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, τα οποία θα έχουν ως βασικό αποτέλεσμα ενίσχυση του χρέους τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
Προστίθεται ακόμη ότι «μετά την τρέχουσα υποβάθμιση το ενδεχόμενο να υπάρξει αναβάθμιση είναι απίθανο»
www.bankingnews.gr
Όπως ήταν αναμενόμενο βασική αιτία της υποβάθμισης είναι η κατάθεση προσχεδίου προϋπολογισμού στο οποίο η κυβέρνηση της Ιταλίας θέτει ως στόχο για το έλλειμμα το 2,4%, γεγονός που κατά τον οίκο θα διατηρήσει στο τρέχον υψηλό επίπεδο του 130% του ΑΕΠ το χρέος της χώρας.
Ο οίκος αναφέρει ότι το χρέος θα αυξηθεί περαιτέρω καθώς η οικονομία της χώρας θα συνεχίσει να ακολουθεί αδύναμη πορεία.
Ως δεύτερη αιτία ο οίκος αναφέρει τις αρνητικές επιπτώσεις στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη από τη διακοπή των διαρθρωτικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα.
Σύμφωνα με την Moody's, τα δημοσιονομικά και οικονομικά σχέδια της κυβέρνησης δεν περιλαμβάνουν μια συνεκτική ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα μπορέσουν να στηρίξουν τις προοπτικές ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμη βάση.
Μετά από μια προσωρινή άνοδο στην ανάπτυξη λόγω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, ο οίκος αναμένει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ιταλίας θα υποχωρήσει περίπου στο 1%.
Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν τον γενικά ισορροπημένο κίνδυνο στο επίπεδο αξιολόγησης Baa3.
Σύμφωνα με την άποψη του Moody, η Ιταλία εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντική «αντοχή» στον πιστωτικό κίνδυνο, παρά τις περισσότερο αδύναμες δημοσιονομικές της προοπτικές.
Άλλωστε η Ιταλία εξακολουθεί να είναι μία μεγάλη οικονομία, με ευρεία διαφοροποίηση δραστηριοτήτων, ενώ διαθέτει μία σχεδόν ισορροπημένη επενδυτική θέση σε διεθνές επίπεδο.
Επίσης τα ιταλικά νοικοκυριά έχουν υψηλά επίπεδα πλούτου, ένα σημαντικό αποθεματικό ενάντια στους μελλοντικούς κραδασμούς και αποτελούν ως εκ τούτου μια δυνητικά σημαντική πηγή χρηματοδότησης για την κυβέρνηση.
Όπως αναφέρει στην ανάλυσή του ο οίκος Moody’s «Ο πρώτος λόγος της σημερινής υποβάθμισης στο Baa3 είναι η πρόσφατα ανακοινωθείσα μετατόπιση της δημοσιονομικής στρατηγικής με σημαντικά υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα για τα επόμενα τρία χρόνια σε σχέση με τις προηγούμενες προσδοκίες.
Η μετατόπιση προς μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική υποδηλώνει ότι αντί για πτώση κατά τα προσεχή έτη, όπως προβλεπόταν από τη δημοσιονομική κατεύθυνση της προηγούμενης κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας θα παραμείνει γύρω στο σημερινό 130% του ΑΕΠ, ένα επίπεδο που καθιστά την Ιταλία ευάλωτη στις μελλοντικά εγχώρια η εξωτερικά σοκ, ιδίως για την εξασθένηση της οικονομικής ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση στοχεύει σε δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης ύψους 2,4% του ΑΕΠ για το επόμενο έτος, υψηλότερο από το πιθανό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, το οποίο είναι περίπου 1,9% και είναι σημαντικά υψηλότερο από τις δεσμεύσεις της Ιταλίας βάσει των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα για το 2020 και το 2021 από 2,1% και 1,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, σε σύγκριση με μια ισορροπημένη θέση που στοχεύθηκε πριν.
Η κυβέρνηση στοχεύει σε δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης ύψους 2,4% του ΑΕΠ για το επόμενο έτος, υψηλότερο από το πιθανό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, το οποίο είναι περίπου 1,9% και είναι σημαντικά υψηλότερο από τις δεσμεύσεις της Ιταλίας βάσει των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα για το 2020 και το 2021 από 2,1% και 1,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, σε σύγκριση με μια ισορροπημένη θέση που στοχεύθηκε πριν.
Οι περισσότερες αυξήσεις των δαπανών της κυβέρνησης είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα, γεγονός που υποδηλώνει ότι θα είναι δύσκολο να αντιστραφούν.
Η σημαντική αναθεώρηση του ελλείμματος αντικατοπτρίζει ειδικότερα την εφαρμογή του εμβληματικού μέτρου του Κινήματος Πέντε Αστέρων, του λεγόμενου εισοδήματος του πολίτη, καθώς και των υψηλότερων δαπανών για κέντρα απασχόλησης και νέων μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης, τα οποία όπως εκτιμά η κυβέρνηση θα έχουν κόστος ισάξιο με το 0,8% του ΑΕΠ.
Η απόφαση να μην ενεργοποιηθεί μια προ-νομοθετημένη αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ συνεπάγεται απώλεια εσόδων 0,7% του ΑΕΠ το 2019.
Οι αυξημένες δημόσιες επενδύσεις θα απορροφήσουν περαιτέρω 0,2% του ΑΕΠ το 2019, ανεβαίνοντας στο 0,3% του ΑΕΠ έως το 2021.
Οι εκτιμήσεις του οίκου για έλλειμμα και χρέος
Η Moody's αναμένει υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα από ό, τι η κυβέρνηση, σε περίπου 2,5% του ΑΕΠ σε κάθε ένα από τα επόμενα τρία χρόνια.
Αυτό αντικατοπτρίζει (α) τη δηλωμένη πρόθεση των κομμάτων να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους για τα προσεχή έτη, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως δαπανηρών φορολογικών περικοπών τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά (βάσει της λεγόμενης πρότασης «ενιαίου φόρου») και β) τις πιο συντηρητικές, σε σύγκριση με την ιταλική κυβέρνηση, εκτιμήσεις της Moody's για την ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα έτη.
Ο οργανισμός αξιολόγησης αύξησε ελαφρώς τις προβλέψεις ανάπτυξής του τόσο το 2019 όσο και το 2020, δεδομένου ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει πράγματι να προσφέρει κάποια ώθηση στην ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, ενώ το δημόσιο επενδυτικό πρόγραμμα θα πρέπει να στηρίξει τις επενδύσεις.
Ωστόσο, η Moody's θεωρεί ότι οι προβλέψεις της κυβέρνησης είναι αισιόδοξες και τα υψηλότερα επιτόκια πιθανότατα θα περιορίσουν τη θετική επίδραση από τη χαλάρωση των δημοσιονομικών προοπτικών.
Άλλωστε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Ιταλίας δεν ενέκρινε τις μακροοικονομικές υποθέσεις της κυβέρνησης, κρίνοντας ότι είναι υπερβολικά αισιόδοξες.
Σύμφωνα με τις βασικές υποθέσεις της Moody's για τη δημοσιονομική πορεία και την οικονομική ανάπτυξη, ο δείκτης δημόσιου χρέους της Ιταλίας δεν θα μειωθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Θα παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερό με το σημερινό του 130% του ΑΕΠ, έναν από τους υψηλότερους δείκτες μεταξύ των χωρών που καλύπτει ο οίκος Moody's.
Το υψηλό επίπεδο χρέους της Ιταλίας περιορίζει σοβαρά την ικανότητα των αρχών να χρησιμοποιούν τη δημοσιονομική πολιτική για να μετριάσουν οποιαδήποτε μελλοντική οικονομική ύφεση, η οποία αναπόφευκτα θα συμβεί.
Στην έκθεση τονίζεται ότι μπορεί να υπάρξει περαιτέρω υποβάθμιση της αξιολόγησης εάν η ιταλική κυβέρνηση ανακοινώσει νέα μέτρα ακόμη πιο επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, τα οποία θα έχουν ως βασικό αποτέλεσμα ενίσχυση του χρέους τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
Προστίθεται ακόμη ότι «μετά την τρέχουσα υποβάθμιση το ενδεχόμενο να υπάρξει αναβάθμιση είναι απίθανο»
www.bankingnews.gr
© 2017 Bankingnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου